Τραγωδία στα Τέμπη: Μετά το ’11 τα συστήματα τηλεδιοίκησης άρχισαν και καταρρέουν, λέει ο σύμβουλος διοίκησης του ΟΣΕ

Τραγωδία στα Τέμπη: Τι θα ανακοινώσει σήμερα ο Γιώργος Γεραπετρίτης

Για την τραγωδία στα Τέμπη με τη σύγκρουση δύο αμαξοστοιχιών μίλησε ο σύμβουλος διοίκησης του ΟΣΕ, Παναγιώτης Τερεζάκης.

Μιλώντας στην ΕΡΤ, απάντησε στις επικρίσεις που δέχεται η επιχείρηση για το μοιραίο γεγονός που έχει στοιχίσει μέχρι στιγμής τη ζωή σε 46 επιβάτες, εξαιτίας του προβληματικού συστήματος τηλεδιοίκησης, υποστηρίζοντας ότι το δυστύχημα οφείλεται σε «κάποιους χειρισμούς που έγιναν στον σταθμό της Λάρισας», ρίχνοντας εμμέσως τις ευθύνες στον σταθμάρχη. Παράλληλα, υποστήριξε ότι το μοιραίο συμβάν έγινε λίγα χιλιόμετρα μετά το υπάρχον σύστημα σηματοδότησης, ενώ όσο αφορά τις ελλείψεις σημείωσε ότι «γίνεται προσπάθεια να αναταχθεί και να εκσυγχρονιστεί η τηλεδιοίκηση και η σηματοδότηση, ώστε να αποφευχθούν στο μέλλον τα οποιαδήποτε τέτοια λάθη».

Αφού εξέφρασε τα συλλυπητήριά του στους συγγενείς των θυμάτων και των αγνοουμένων ο κ. Τερεζάκης δήλωσε ότι «η Ελλάδα πενθεί και εμείς οι σιδηροδρομικοί χάσαμε και εμείς αγαπημένα πρόσωπα, συναδέλφους που έχουμε κάνει πολλά ταξίδια μαζί». Απαντώντας στο ερώτημα γιατί φτάσαμε σε αυτή την τραγωδία ο κ. Τερεζάκης, εκπροσωπώντας τον ΟΣΕ, υποστήριξε ότι «η απάντηση που μπορεί να δώσει επίσημα ο Οργανισμός είναι ότι οφείλεται από κάποιους χειρισμούς που έγιναν στον σταθμό της Λάρισας, ο οποίος έχει τοπικό σύστημα σηματοδότησης και ελέγχεται και λειτουργεί».

Όλα καταγράφονται

Ερωτηθείς αν στο σημείο της μετωπικής σύγκρουσης των δύο τρένων λειτουργεί σύστημα σηματοδότησης ο κ. Τερεζάκης απάντησε αρνητικά, λέγοντας ότι «στο συγκεκριμένο σημείο το τρένο είχε 3 με 4 χλμ. που είχε βγει από το σύστημα σηματοδότησης». Εξηγώντας τι ισχύει στο σιδηροδρομικό δίκτυο στην περιοχή της Θεσσαλίας, υποστήριξε ότι ο σταθμός της Λαρίσης έχει σύστημα σηματοδότησης το οποίο τελειώνει 5,5 χλμ. βόρεια της Λάρισας. «Είχε βγει το τρένο από αυτό το σύστημα και τον έλεγχο και λίγα χιλιόμετρα παρακάτω συνέβη το μοιραίο», σημείωσε.

Όπως είπε ο σύμβουλος διοίκησης του ΟΣΕ, «το πώς έχει γίνει αυτό, τα στοιχεία της καταγραφής των συστημάτων τηλεχειρισμού του συστήματος σηματοδότησης, καθώς και όλες οι ραδιοεπικοινωνίες, καταγράφονται». Αποκάλυψε, μάλιστα, και επίσημα στο ανακριτικό τμήμα, ότι με εντολή του εισαγγελέα και παρουσία αστυνομικών υπαλλήλων, δόθηκαν τα στοιχεία όπου οι εμπειρογνώμονες για να τα αξιολογήσουν. Επιχειρώντας να εξηγήσει πώς έγινε το αδιανόητο να συγκρουστούν μετωπικά δύο τρένα την ώρα που η γραμμή για Αθήνα – Θεσσαλονίκη είναι διπλή, υποστήριξε τα ακόλουθα: «Μέχρι το 2010 – ’11 ο Οργανισμός είχε οργανωμένες τηλεδιοικήσεις από το Κιάτο μέχρι τη Θεσσαλονίκη και την Ειδομένη.

Μετά το ’11 […] τα συστήματα αυτά άρχισαν και καταρρέουν. Δεν συντηρούντο με αποτέλεσμα να φτάσουμε να καταρρεύσει το σύστημα της τηλεδιοίκησης σχεδόν στο μεγαλύτερο του σύνολο. Μετά με κάποιες συμβάσεις, που ακολούθησαν από το 2017 – ’18 και μετά, γίνεται προσπάθεια να αναταχθεί και να εκσυγχρονιστεί η τηλεδιοίκηση και η σηματοδότηση, ώστε προφανώς να αποφευχθούν στο μέλλον τα οποιαδήποτε τέτοια λάθη. Ήδη κάποια κομμάτια λειτουργούν. Το Σιδηροδρομικό Κέντρο Αχαρνών λειτουργεί».

Η «μεγάλη πληγή»

Και όπως πρόσθεσε, έχοντας όπως είπε πλήρη γνώση της κατάστασης, η σηματοδότηση το 2017 υπήρχε και λειτουργούσε. Απαντώντας στις σοβαρές καταγγελίες που έγιναν από μηχανοδηγούς και εργαζομένους στους σιδηροδρόμους για τα λάθη και τις παραλείψεις της διοίκησης του ΟΣΕ αλλά και της Hellenic Train στις επανειλλημένες εκκλήσεις τους για λήψη μέτρων ασφαλείας τις χαρακτήσε ως αντιδράσεις συνδικαλιστών. «Το τι απόψεις έχουν οι κύριοι συνδικαλιστές και άλλοι συνάδελφοι, με τους οποίους δουλεύουμε μαζί, είναι απόψεις σεβαστές. Δεν μπορώ να γνωρίζω όλους τους λόγους για τους οποίους κατέρρευσε η διοίκηση σταδιακά.

Κατά την άποψη των περισσοτέρων, μειώθηκαν οι βαθμοί συντήρησης, αλλά ταυτόχρονα υπάρχει μια μεγάλη πληγή σε αυτά τα συστήματα, οι κλοπές καλωδίων και εξοπλισμού. Ο σιδηρόδρομος υποφέρει καθημερινά από αυτά τα προβλήματα και τα οποία, δυστυχώς, δεν μπορούν να λυθούν. Όταν, λοιπόν, μου κόβει εμένα και μου απαξιώνει ένα κομμάτι τηλεδιοίκησης, αν δεν έχω το προσωπικό να το φτιάξω αμέσως, τότε αρχίζει και πέφτει και το επόμενο επόμενο κομμάτι και έτσι μεγάλα τμήματα βγαίνουν εκτός», είπε.

Κατάρρευση μετά το 2011

Στο ερώτημα γιατί τόσα χρόνια οι αρμόδιοι δεν έκαναν τη δουλειά που έπρεπε να κάνουν, ισχυρίστηκε ότι ο ίδιος είναι αναρμόδιος να απαντήσει, προσθέτοντας γι’ άλλη μια φορά ότι «από το 2011 και μετά που λειτουργούσε, το σύστημα σταδιακά άρχισε να καταρρέει. Δεν ξέρω τι μεσολάβησε όλη αυτή την περίοδο και πώς το σύστημα αυτό έφτασε στην απαξίωση. Αυτό που ξέρω είναι ότι αρκετά χρόνια πριν (σ.σ. το δυστύχημα), είχε αρχίσει μια μεγάλη προσπάθεια να αναταχθεί το δυνατόν συντομότερα και ήδη τα πρώτα αποτελέσματα έχουν αρχίσει να φαίνονται».

Όταν του επισημάνθηκε ότι συνέβη αυτό που προειδοποιούσαν οι εργαζόμενοι ότι θα συμβί, να θρηνούμε δηλαδή νεκρούς και δεκάδες τραυματίες σε ένα μέσο συγκοινωνίας που θα έπρεπε να είναι ασφαλές, ο κ. Τερεζάκης σημείωσε ότι «το να λέμε ο καθένας την άποψή του που είναι απολύτως σεβαστή, είναι μια όψη του νομίσματος. Η άλλη όψη του νομίσματος είναι να δει κανείς αντικειμενικά ποιες τηλεδιοικήσεις λειτουργούν, ποιές αναπτύσσονται και ποιο είναι το χρονοδιάγραμμα τους».

Επιχειρώντας να δικαιολογήσει την καθυστέρηση στην ολοκλήρωση του συστηματος της τηλεδιοίκησης ο σύμβουλος διοίκησης του ΟΣΕ υποστήριξε ότι «τα συστήματα, οι εγκαταστάσεις τους, η λειτουργία τους και η πιστοποίηση τους δεν γίνεται δυστυχώς από τον ένα χρόνο στον άλλο. Πρέπει να υπάρχει μια συνέχεια και μία διαχρονικότητα, κάτι το οποίο, δυστυχώς, στο παρελθόν δεν είχε συμβεί για διάφορες αιτίες. Δεν είμαι εγώ αυτός που θα το κρίνει, σαν τεχνικός έβλεπα ότι το σύστημα αυτό της εφαρμογής και της υλοποίησης είχε και ένα αποτέλεσμα… Φτάσαμε να παλεύουμε χρόνια και χρόνια και χρόνια για να χτίσουμε αυτό το πράγμα».

«Για να συμβεί το μοιραίο πρέπει να γίνουν περισσότερα των τριών λαθών»

Και όπως σημείωσε «οι συνάδελφοί μου συνέχεια κινούν τα τρένα. Η αγωνία μας είναι καθημερινή και είμαστε και εμείς αυτοί οι οποίοι πιέζουμε συνέχεια, ο καθένας από τον τρόπο και τη θέση που βρίσκεται, ώστε τα έργα να ολοκληρωθούν. Έχουμε φτάσει, αυτή τη στιγμή, να λέμε ότι μέχρι τον Ιούλιο του ’23, επιτέλους θα μπορούμε να σηκώσουμε το σύστημα αυτό και θα μπορέσουμε να δώσουμε την ασφάλεια που απαιτείται. Αν και μέχρι τώρα, και χωρίς τη χρηματοδότηση, υπάρχουν σιδηροδρομικά συστήματα, υπάρχει κανονισμός στον ΟΣΕ, όπως έχουμε όλοι οι σιδηροδρομικοί οργανισμοί, όπου και όταν χάσεις τη χρηματοδότηση και τη τηλεδιοίκηση, μπορείς να κινήσεις τα τρένα σου εκ του ασφαλούς».

Ερωτηθείς γιατί δεν υπάρχει δικλείδα ασφαλείας σε περίπτωση ανθρώπινου σφάλματος, ο κ. Τερεζάκης απάντησε ότι «το σύστημα της σηματοδότησης που υπήρχε στο σταθμό Λαρίσης το παρακολουθούσε για 5,5 χλμ. ακόμη. Το γιατί ο σταθμάρχης δεν το είδε και δεν μπόρεσε να διορθώσει το λάθος, αν είναι λάθος, αυτό θα το βρουν στην ανακριτική διαδικασία. Πάντως, το τρένο είχε παρακολούθηση 5,5 ακόμη χιλιόμετρα μετά. Υπήρχαν οι κανονισμοί».

Πρόσθεσε, τέλος, ότι «για να συμβεί ένα τέτοιο μοιραίο περιστατικό πρέπει να γίνουν περισσότερα των τριών λαθών. Τουλάχιστον αυτή είναι η εμπειρία που έχουμε στον σιδηρόδρομο. Αυτά φαίνεται ότι έγιναν τα λάθη και ίσως η ανάκριση φανερώσει και άλλα περισσότερα, τα οποία αυτή τη στιγμή δεν μπορούμε να τα ξέρουμε. Το δυστύχημα είναι ότι χάθηκαν τόσες ανθρώπινες ζωές για κάτι το οποίο δεν έπρεπε ποτέ να έχει γίνει».

«Όταν πέφτει η τηλεδιοίκηση, μειώνεται και η ασφάλεια»

Επίσης, μιλώντας στον ΣΚΑΪ, ο κ. Τερεζάκης τόνισε πως «μέχρι το 2010, 2011, 2012 υπήρχε τηλεδιοίκηση στον ΟΣΕ από το Κιάτο μέχρι το αεροδρόμιο και από την Αθήνα έως την Θεσσαλονίκη και τον Προμαχώνα. Σταδιακά, από το 2010 και μετά, έπεσε το σύστημα για διάφορους λόγους και δεν επανήλθε. Υπήρξαν μειώσεις προσωπικού, ενώ υποφέρουμε και πάρα πολύ από τις κλοπές των καλωδίων. Εκ πρώτης όψεως μπορούμε να πούμε ότι όταν πέφτει η τηλεδιοίκηση, μειώνεται και η ασφάλεια. Αλλά και πάλι, ακόμη και χωρίς αυτά, υπάρχουν πρωτόκολλα που αν τηρούνται δεν τίθεται θέμα να οδηγηθούμε σε τέτοια τραγικά δυστυχήματα».

Συμπλήρωσε, δε, ότι «η Λάρισα έχει τοπικό πίνακα χειρισμού σηματοδότησης. Αυτό σημαίνει ότι σε κάποια απόσταση πριν τον σταθμό και σε κάποια μετά τον σταθμό, έχουμε φωτοσήματα κλπ που δείχνουν την παρουσία του τρένου. Το γιατί ο σταθμάρχης δεν μπόρεσε να παρακολουθήσει το τρένο σε όλη του τη διαδρομή, είναι θέμα που ερευνάται από τον ανακριτή και τους εμπειρογνώμονες. Για 5,5 χλμ. αφού έφυγε από τη Λάρισα, θα μπορούσε να είχε δει ότι έβαλε το τρένο σε λάθος γραμμή και να το σταματήσει».

Όπως είπε, «μέχρι να πάει στη Λάρισα, είχε περάσει έναν χρόνο εκπαίδευση, αλλά δεν είχε άλλη προϋπηρεσία ως σταθμάρχης. Ήταν στην Λάρισα περίπου έναν μήνα και για ένα διάστημα ήταν μαζί με άλλον σταθμάρχη στην βάρδια. Ο μηχανοδηγός οφείλει να ακούει ότι του πει ο σταθμάρχης. Θα μπορούσε να ζητήσει μια επιπλέον διευκρίνηση αλλά δεν είναι υποχρέωση του μηχανοδηγού. Δεν είναι στο πρωτόκολλο αυτό. Η συνομιλία είναι ανοιχτή και τους άκουγε και ο σταθμάρχης στο Λιτόχωρο. Αλλά δεν ειπώθηκε στη συνομιλία ότι πάει ανάποδα, σε γραμμή καθόδου. Επίσης, δεν υπήρχε τηλεγράφημα ότι υπάρχει κίνηση σε μονή γραμμή λόγω έργων».

Καμία δημοσίευση για προβολή