Βασίλισσα Ελισάβετ: Η μονάρχης που «σφράγισε» την ιστορία της Βρετανίας και της Ευρώπης (Photos)

Ο θάνατος της βασίλισσας Ελισάβετ αφήνει πίσω του ένα μεγάλο κενό, καθώς η μονάρχης του Ηνωμένου Βασιλείου και της Κοινοπολιτείας «σφράγισε» με την 70ετή παρουσία της την ιστορία, όχι μόνο της χώρας της, αλλά και συνολικά της Ευρώπης.

Η Ελισάβετ Μαίρη Αλεξάνδρα Ουίνδσορ γεννήθηκε στις 21/4/1926 το Μέιφερ του Λονδίνου και ήταν το πρώτο παιδί του Αλβέρτου, Δούκα της Υόρκης (μετέπειτα Γεωργίου ΣΤ΄), και της συζύγου του Ελισάβετ, Δούκισσας της Υόρκης (μετέπειτα Βασίλισσας Ελισάβετ). Ο πατέρας της ήταν ο δεύτερος γιος του Γεωργίου Ε΄ του Ηνωμένου Βασιλείου και της Μαρίας του Τεκ.

Η μητέρα της ήταν η νεότερη κόρη του Σκωτσέζου αριστοκράτη Κλωντ Μπόους-Λάιον, 14ου Κόμη του Στράθμορ και Κίνγκχορν, και της Σεσίλια Κάβεντις-Μπέντινκ. Η Ελισάβετ γεννήθηκε, με καισαρική τομή, την Τετάρτη 21 Απριλίου 1926, στις 2.40 π.μ., στο σπίτι των παππούδων της στο Λονδίνο. Βαπτίστηκε στις 29 Μαΐου από τον Αγγλικανό Αρχιεπίσκοπο της Υόρκης, Κόσμο Γκόρντον Λανγκ, στο παρεκκλήσι των Ανακτόρων του Μπάκιγχαμ. Τα γενέθλιά της τα γιορτάζει και δεύτερη φορά, τον Μάιο ή τον Ιούνιο, χωρίς καθορισμένη ημερομηνία.

Η Μαργαρίτα, η μοναδική αδερφή της Ελισάβετ, γεννήθηκε τέσσερα χρόνια μετά από εκείνη. Οι δύο πριγκίπισσες έλαβαν εκπαίδευση κατ’ οίκον, υπό την επίβλεψη της μητέρας τους και της γκουβερνάντας τους Μάριον Κρώφορντ, η οποία ήταν γνωστή ως Κρόουφι. Τα μαθήματα εστιάζονταν στην ιστορία, τη γλώσσα, τη λογοτεχνία και τη μουσική. Ο Ουίνστον Τσώρτσιλ σημείωσε ότι η Ελισάβετ στην ηλικία των δύο ετών είχε ένα αέρα κύρους και αντανακλαστικότητας που προκαλούν έκπληξη σε ένα νήπιο. Η ξαδέρφη της Μάργκαρετ Ρόουντς την περιέγραψε ως ένα κεφάτο μικρό κορίτσι, αλλά ιδιαίτερα λογικό και καλότροπο.

Κατά τη διάρκεια της βασιλείας του παππού της η Ελισάβετ ήταν η τρίτη στη σειρά της διαδοχής στον θρόνο, πίσω από τον θείο της Εδουάρδο, Πρίγκιπα της Ουαλίας, και τον πατέρα της Αλβέρτο, Δούκα της Υόρκης. Μολονότι η γέννησή της δημιούργησε δημόσιο ενδιαφέρον, δεν αναμενόταν να γίνει βασίλισσα, καθώς ο θείος της ήταν νέος και πολλοί υπέθεταν ότι θα παντρευόταν και θα αποκτούσε παιδιά.

Το 1936, όταν ο παππούς της Γεώργιος Ε΄ πέθανε και ο θείος της τον διαδέχτηκε στο θρόνο ως Εδουάρδος Η΄, η Ελισάβετ πέρασε στη δεύτερη θέση στη γραμμή της διαδοχής, καθώς ο πατέρας της βρισκόταν στην πρώτη θέση. Αργότερα τον ίδιο χρόνο ο Εδουάρδος θα αναγκαστεί να παραιτηθεί, μετά την κρίση που θα ξεσπάσει ύστερα από πρόταση γάμου που έκανε στην διαζευγμένη Ουώλλις Σίμπσον. Κατά συνέπεια, ο πατέρας της Ελισάβετ έγινε βασιλιάς, και εκείνη έγινε διάδοχος του θρόνου. Αν οι γονείς της αποκτούσαν έναν γιο, κάτι που δεν έγινε, η Ελισάβετ θα έχανε την πρώτη θέση της διαδοχής.

Η Ελισάβετ έλαβε ιδιαίτερα μαθήματα στη συνταγματική ιστορία από τον Χένρυ Μάρτεν, αντιπρύτανη του Κολεγίου Ήτον, ενώ διδάχτηκε γαλλικά από γαλλόφωνες γκουβερνάντες που την είχαν αναλάβει. Τον Σεπτέμβριο του 1939 η Βρετανία εισήλθε στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, ο οποίος διήρκεσε μέχρι το 1945. Κατά την διάρκεια του πολέμου, το Λονδίνο δέχτηκε ένα μεγάλο κύμα αεροπορικών βομβαρδισμών, και πολλά παιδιά απομακρύνθηκαν σε ασφαλέστερες τοποθεσίες.

Η πρόταση του υψηλόβαθμου πολιτικού Ντάγκλας Χογκ για μεταφορά των δύο πριγκιπισσών στον Καναδά, απορρίφθηκε από τη μητέρα της Ελισάβετ, η οποία δήλωσε ότι η οικογένεια δεν θα φύγει ποτέ από τη Βρετανία. Ωστόσο οι πριγκίπισσες Ελισάβετ και Μαργαρίτα εγκαταστάθηκαν στο Κάστρο Μπαλμόραλ της Σκωτίας μέχρι τα Χριστούγεννα του 1939, όταν και μετακινήθηκαν στην Οικία Σάντριγχαμ στο Νόρφολκ. Από το Φεβρουάριο μέχρι το Μάιο του 1940 έζησαν στο Βασιλικό Οίκημα των Ουίνδσορ, ώσπου εγκαταστάθηκαν στο Κάστρο Ουίνδσορ, όπου και πέρασαν το μεγαλύτερο μέρος των επόμενων πέντε ετών του πολέμου.

Στο Κάστρο Ουίνδσορ οι πριγκίπισσες ανέβαζαν έργα παντομίμας τα Χριστούγεννα προκειμένου να βοηθήσουν οικονομικά το έργο της μητέρας τους, η οποία είχε ιδρύσει ένα οργανισμό για τη δημιουργία στρατιωτικών ενδυμασιών. Το 1940 η 14χρονη Ελισάβετ έκανε την πρώτη της ραδιοφωνική εκφώνηση στο BBC, μέσω του οποίου απευθύνθηκε σε άλλα παιδιά που είχαν απομακρυνθεί από τις πόλεις. Σε ένα μέρος από αυτή την εκφώνηση είπε: «Προσπαθούμε να κάνουμε ό,τι μπορούμε για να βοηθήσουμε τους γενναίους μας ναύτες, στρατιώτες και αεροπόρους, και προσπαθούμε, επίσης, να αποδείξουμε ότι συμμεριζόμαστε τον κίνδυνο και την λύπη του πολέμου. Ξέρουμε, όπως καθένας από εμάς, ότι στο τέλος όλοι θα είμαστε καλά».

Το 1943, σε ηλικία 16 ετών, η Ελισάβετ πραγματοποίησε την πρώτη της δημόσια εμφάνισή, σε μια επίσκεψη στους φρουρούς Γρεναδιέρους, στους οποίους είχε διοριστεί συνταγματάρχης το προηγούμενο έτος. Καθώς πλησίαζαν τα 18α γενέθλιά της, η Ελισάβετ έγινε μέλος του Συμβουλίου του Κράτους, σύμφωνα με το οποίο σε περίπτωση ανικανότητας ή απουσίας του πατέρα της στο εξωτερικό μπορούσε να αναλάβει επίσημα καθήκοντα. Τον Φεβρουάριο του 1945 εντάχθηκε στη βοηθητική υπηρεσία γυναικών, ως επίτιμη ανθυπολοχαγός (Second Subaltern). Εκπαιδεύτηκε ως οδηγός και μηχανικός και προήχθη πέντε μήνες αργότερα σε σε επίτιμη λοχαγός (Junior Commander).

Στο τέλος του πολέμου στην Ευρώπη, στις 8 Μαΐου 1945, οι πριγκίπισσες Ελισάβετ και Μαργαρίτα ανακατεύτηκαν ανώνυμα με τα πλήθη που πανηγύριζαν στους δρόμους του Λονδίνου. Η Ελισάβετ αργότερα δήλωσε σε μια συνέντευξη ότι η ίδια με την αδερφή της ήταν φοβισμένες μήπως αναγνωρίζονταν από τον κόσμο, ενώ όπως θυμάται όλοι γύρω της ήταν ευτυχισμένοι και ανακουφισμένοι για το τέλος του πολέμου.

Η Ελισάβετ συνάντησε το μελλοντικό σύζυγό της, Φίλιππο πρίγκιπα της Ελλάδας και της Δανίας το 1934 και το 1937. Οι δυο τους μάλιστα ήταν τρίτα ξαδέλφια μέσω της συγγένειάς τους με τον Χριστιανό Θ΄ της Δανίας, αλλά και μέσω της συγγένειάς τους με τη Βασίλισσα Βικτωρία του Ηνωμένου Βασιλείου. Μετά από μία άλλη συνάντηση στο Βασιλικό Ναυτικό Κολλέγιο του Ντάρτμουθ τον Ιούλιο του 1939, η Ελισάβετ, αν και μόλις 13 ετών, δήλωσε ότι είχε ερωτευτεί τον Φίλιππο, ενώ έπειτα ξεκίνησαν να ανταλλάσσουν επιστολές, κάτι που συνεχίστηκε για τα επόμενα επτά έτη. Ο αρραβώνας τους ανακοινώθηκε επίσημα στις 9 Ιουλίου 1947.

Ο αρραβώνας τους τότε δημιούργησε διαμάχη, καθώς ο Φίλιππος δεν είχε οικονομική ισχύ, ήταν γεννημένος σε άλλη χώρα και είχε αδελφές που είχαν παντρευτεί Γερμανούς ευγενείς με ναζιστικές διασυνδέσεις. Σημαντικό ήταν επίσης το γεγονός ότι ο πατέρας του Φιλίππου, Ανδρέας πρίγκιπας της Ελλάδας, είχε κριθεί συνένοχος από στρατοδικείο στην Ελλάδα για πράξεις που προκάλεσαν τη Μικρασιατική Καταστροφή. Η γκουβερνάντα της Ελισάβετ, Μάριον Κρώφορντ, έγραψε: «Μερικοί από τους συμβούλους του Βασιλιά δεν τον θεωρούν αρκετά καλό για εκείνη. Ήταν ένας πρίγκιπας χωρίς σπίτι ή βασίλειο…Πέρα από χαρούμενες, εκείνες οι φθινοπωρινές ημέρες πρέπει να ήταν για τη Λίλιμπετ γεμάτες από αμφιβολίες, γεμάτες από αμηχανίες, αβεβαιότητες και λύπες».

Η μητέρα της Ελισάβετ είχε αναφέρει, σε μετέπειτα βιογραφίες της, ότι είχε αντιταχθεί σε αυτόν τον γάμο αρχικά, ενώ είχε δώσει στον Φίλιππο τον τίτλο «ο Ούνος». Μετέπειτα όμως είπε στον βιογράφο Τιμ Χελντ ότι ο Φίλιππος ήταν «ένας Άγγλος τζέντλεμαν». Πριν από τον γάμο ο Φίλιππος αποποιήθηκε τους ελληνικούς και δανικούς τίτλους ευγενείας που κατείχε, προσηλυτίστηκε στον Αγγλικανισμό από την Ορθοδοξία και υιοθέτησε τον τίτλο Υπολοχαγός Φίλιπ Μαουντμπάττεν, λαμβάνοντας έτσι το επώνυμο της βρετανικής οικογένειας της μητέρας του. Λίγο πριν από τον γάμο πήρε τον τίτλο Δούκας του Εδιμβούργου και την προσφώνηση Αυτού Βασιλική Υψηλότητα.

Η Ελισάβετ και ο Φίλιππος παντρεύτηκαν στις 20 Νοεμβρίου 1947 στο Αββαείο του Ουέστμινστερ. Έλαβαν 2.500 γαμήλια δώρα και 10.000 τηλεγραφήματα από όλο τον κόσμο. Επειδή η Βρετανία δεν είχε ακόμη ανακάμψει πλήρως από την καταστροφή του πολέμου, η Ελισάβετ ζήτησε να χρησιμοποιηθούν κουπόνια για να αγοραστούν τα υλικά για το νυφικό της, το οποίο σχεδιάστηκε από τον Νόρμαν Χάρτνελ. Στη μεταπολεμική Βρετανία, δεν ήταν αποδεκτό για τον Δούκα Φίλιππο να έχει γερμανικές σχέσεις, ακόμα και με τις τρεις αδελφές του, οι οποίες δεν προσκλήθηκαν στο γάμο. Στον γάμο δεν προσκλήθηκε ούτε ο θείος της Ελισάβετ και πρώην βασιλιάς της χώρας, Εδουάρδος Η.

Κατά τη διάρκεια του 1951, η υγεία του Γεωργίου ΣΤ΄ είχε επιδεινωθεί και η Ελισάβετ συχνά τον αντικαθιστούσε σε δημόσιες εκδηλώσεις. Όταν εκείνη περιόδευσε τον Καναδά και έπειτα επισκέφθηκε τον Πρόεδρο των ΗΠΑ Χάρρυ Τρούμαν στην Ουάσινγκτον, τον Οκτώβριο του 1951, ο ιδιωτικός γραμματέας της, Μάρτιν Τσάρτερις, έφερε μαζί του μια πρόχειρη διακήρυξη ανόδου στο θρόνο της Ελισάβετ, σε περίπτωση που ο βασιλιάς πέθαινε ενώ εκείνη βρισκόταν στην περιοδεία. Στις αρχές του 1952 η Ελισάβετ και ο Φίλιππος σχεδίαζαν περιοδεία στην Αυστραλία και τη Νέα Ζηλανδία, ενώ βρίσκονταν στην Κένυα. Στις 6 Φεβρουαρίου του 1952 και ήταν ακόμα στην Κένυα, διαδόθηκε η είδηση για το θάνατο του Βασιλιά. Ο Φίλιππος ήταν αυτός που μετέφερε τα νέα στη νέα Βασίλισσα. Ο Μάρτιν Τσάρτερις της ζήτησε να επιλέξει όνομα για τη βασιλεία της, όμως εκείνη επέλεξε να κρατήσει το όνομα Ελισάβετ. Λίγο αργότερα ανακηρύχτηκε βασίλισσα, ενώ πλέον η επίσημη κατοικία της θα ήταν τα ανάκτορα του Μπάκιγχαμ.

Με την άνοδο της Ελισάβετ φαινόταν πιθανό ο βασιλικός οίκος να φέρει το όνομα του συζύγου της Μαουντμπάττεν, όπως είναι το έθιμο να λαμβάνει η σύζυγος το επώνυμο του άντρα της μετά το γάμο. Ο Βρετανός πρωθυπουργός Ουίνστον Τσώρτσιλ και η γιαγιά της Ελισάβετ, η Βασίλισσα Μαρία, ήταν υπέρ της διατήρησης του ονόματος Ουίνδσορ ως προσδιοριστικό του βασιλικού οίκου, πείθοντας έτσι την Ελισάβετ να εκδώσει μια διακήρυξη την 9η Απριλίου 1952 με την οποία υπογραμμιζόταν ότι το Ουίνδσορ θα συνέχιζε να υφίσταται ως όνομα του βασιλικού οίκου. Ο Φίλιππος έπειτα διαμαρτυρήθηκε καθώς δεν μπορούσε να δώσει το επώνυμό του στα δικά του παιδιά.

Το 1960, μετά το θάνατο της Βασίλισσας Μαρίας το 1953 και την παραίτηση του Τσώρτσιλ το 1955, αποφασίστηκε το επώνυμο Μαουντμπάττεν-Ουίνδσορ να δίνεται στους αρσενικούς απογόνους του Φίλιππου και της Ελισάβετ που δεν φέρουν βασιλικούς τίτλους. Παρά το θάνατο της Βασίλισσας Μαρίας στις 24 Μαρτίου, οι διαδικασίες για την ενθρόνιση της Ελισάβετ συνεχίζονταν, όπως είχε ζητήσει και η Μαρία πριν το θάνατό της. Έτσι, στις 2 Ιουνίου 1953, σε τελετή που έγινε στο Αββαείο του Ουεστμίνστερ, έγινε η ενθρόνιση, η οποία ήταν η πρώτη στέψη που μεταδόθηκε τηλεοπτικά σε όλο τον κόσμο, και η πρώτη απευθείας μετάδοση της EBU.

Η Βασίλισσα έγινε μάρτυρας, κατά τα πρώτα χρόνια που ήταν στο θρόνο, του μετασχηματισμού της Βρετανικής Αυτοκρατορίας στην Κοινοπολιτεία των Εθνών. Όμως, τη στιγμή της ανόδου της στο θρόνο η μετάβαση είχε ήδη ξεκινήσει και η Ελισάβετ ήταν ανώτατος άρχοντας πολλαπλών ανεξάρτητων κρατών. Τα έτη 1953 -54, η Βασίλισσα και ο σύζυγός της, ξεκίνησαν μια εξάμηνη παγκόσμια περιοδεία. Κατά τη διάρκεια της περιοδείας, τα πλήθη που συνάντησε η Ελισάβετ ήταν τεράστια. Υπολογίζεται ότι τα τρία τέταρτα του πληθυσμού της Αυστραλίας την είχαν δει σε αυτήν την περιοδεία. Κατά τη διάρκεια της βασιλείας της, η Βασίλισσα είχε πραγματοποιήσει επίσημα ταξίδια σε ξένες χώρες και χώρες της Κοινοπολιτείας, κάνοντάς την έτσι ως την πιο πολυταξιδεμένη αρχηγό κράτους στην ιστορία.

Τον Νοέμβριο του 1956, η Βρετανία και η Γαλλία εισέβαλαν στην Αίγυπτο σε μια εν τέλει αποτυχημένη προσπάθεια να καταλάβουν Διώρυγα του Σουέζ. Ο ναύαρχος Λούις Μαουντμπάττεν ισχυρίστηκε ότι η Βασίλισσα ήταν αντίθετη στην εισβολή αυτή, κάτι που ο πρωθυπουργός της Βρετανίας Άντονυ Ήντεν αρνήθηκε. Δύο μήνες αργότερα όμως ο Ήντεν παραιτήθηκε εξαιτίας του αδιεξόδου στο μέτωπο της Αιγύπτου. Η απουσία ενός επίσημου μηχανισμού εντός του Συντηρητικού Κόμματος για την επιλογή ενός νέου αρχηγού σήμαινε ότι, μετά την παραίτηση του Ήντεν, έπρεπε η Βασίλισσα να αποφασίσει σε ποιον να αναθέσει το σχηματισμό κυβέρνησης.

Ο Ήντεν συνέστησε ότι εκείνη θα έπρεπε να συμβουλευτεί το Λόρδο Ρόμπερτ Σόλσμπερυ. Ο Λόρδος Σόλσμπερυ και ο Λόρδος Ντέιβιντ Μάξγουελ συμβουλεύτηκαν το Βρετανικό Υπουργικό Συμβούλιο, τον Ουίνστον Τσώρτσιλ και τον πρόεδρο της «Επιτροπής 1922» του Συντηρητικού Κόμματος, με αποτέλεσμα η βασίλισσα να διορίσει τον υποψήφιο που εκείνοι συνέστησαν, τον Χάρολντ Μακμίλαν. Η κρίση στο Σουέζ και η επιλογή του διαδόχου του Ήντεν οδήγησε το 1957 στην πρώτη μεγάλη προσωπική επίκριση της βασίλισσας. Σε ένα περιοδικό, το οποίο κατείχε και επιμελούνταν ο Τζον Γκριγκ, κατηγορήθηκε έντονα για τις ικανότητές της που οδήγησαν στην επιλογή του Μακμίλαν. Ο Γκριγκ ωστόσο αποδοκιμάστηκε από δημόσια πρόσωπα για τις παρατηρήσεις του.

Έξι χρόνια αργότερα, το 1963, ο Μακμίλαν παραιτήθηκε και συμβούλευσε τη βασίλισσα να διορίσει τον κόμη Άλεκ Ντάγκλας-Χομ ως πρωθυπουργό, συμβουλή που ακολούθησε. Όμως η βασίλισσα και πάλι βρέθηκε στο στόχαστρο κριτικής για το διορισμό του νέου πρωθυπουργού. Το 1965, ωστόσο, οι Συντηρητικοί υιοθέτησαν ένα επίσημο μηχανισμό για την εκλογή του νέου αρχηγού, μηδενίζοντας έτσι την ανάμιξη των ανακτόρων. Το 1957 πραγματοποίησε επίσημη επίσκεψη στις Ηνωμένες Πολιτείες, όπου απευθύνθηκε στη Γενική Συνέλευση των Ηνωμένων Εθνών εξ ονόματος της Κοινοπολιτείας. Στην ίδια περιοδεία κήρυξε την έναρξη της 23ης περιόδου του Καναδικού Κοινοβουλίου, κάτι που δεν είχε ξανασυμβεί στην ιστορία του Καναδά.

Σε ομιλία της στις 24 Νοεμβρίου 1992, με την ευκαιρία της 40ης επετείου της ανόδου της στο θρόνο, η Ελισάβετ ονόμασε το 1992 για εκείνη ως απαίσιο έτος (annus horribilis). Τον Μάρτιο του 1992 ο δεύτερος γιος της Ανδρέας και η σύζυγός του Σάρα Φέργκιουσον πήραν διαζύγιο. Τον Απρίλιο η κόρη της Άννα χώρισε με το σύζυγό της Μαρκ Φίλιπς. Κατά τη διάρκεια επίσημης επίσκεψης στη Γερμανία, τον Οκτώβριο, εξαγριωμένοι διαδηλωτές στη Δρέσδη της πέταξαν αυγά. Τελευταίο γεγονός ήταν το Νοέμβριο του ίδιου έτους η πυρκαγιά που ξέσπασε στο Κάστρο Ουίνδσορ, που προκάλεσε σοβαρές ζημιές.

Εξαιτίας του γεγονότος ότι η μοναρχία λάμβανε αυξημένη κριτική και δημόσιο έλεγχο, στην ομιλία της στις 24 Νοεμβρίου είπε ότι κάθε θεσμός θα πρέπει να αναμένει κριτική, αλλά πρότεινε αυτή να γίνεται με μία δόση «χιούμορ, ευγένειας και κατανόησης». Δύο μέρες αργότερα ο Πρωθυπουργός Τζον Μέιτζορ ανακοίνωσε μεταρρυθμίσεις των οικονομικών της βασιλικής οικογένειας, όπως την πληρωμή φόρου εισοδήματος. Τον Δεκέμβριο, ο Κάρολος, Πρίγκιπας της Ουαλίας και η σύζυγός του, Νταϊάνα, Πριγκίπισσα της Ουαλίας, χωρίζουν, χωρίς να πάρουν διαζύγιο επί του παρόντος. Η επεισοδιακή χρονιά έκλεισε με μια αγωγή που απέστειλε η βασίλισσα στην εφημερίδα The Sun, λόγω παραβίασης δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας, όταν η εφημερίδα δημοσίευσε το κείμενο του χριστουγεννιάτικου μηνύματος της βασίλισσας δύο μέρες πριν από την προγραμματισμένη εκπομπή του. Η εφημερίδα αναγκάστηκε να πληρώσει τα νομικά έξοδα, ενώ δώρισε 200.000 λίρες για φιλανθρωπικούς σκοπούς.

Στα χρόνια που ακολούθησαν, οι δημόσιες αποκαλύψεις σχετικά με την κατάσταση του γάμου του Καρόλου και της Νταϊάνα συνεχίστηκαν. Αυτήν την περίοδο τα αντιμοναρχικά αισθήματα στη Βρετανία φαίνονταν να έχουν φτάσει σε υψηλότερα από κάθε άλλη φορά επίπεδα. Η κριτική στο θεσμό της μοναρχίας βασιζόταν κυρίως στις συμπεριφορές και πράξεις της μελών της βασιλικής οικογένειας, παρά στο πρόσωπο της βασίλισσας. Στα τέλη του Δεκεμβρίου του 1995, σε συνεννόηση με τον σύζυγό της, τον πρωθυπουργό, τον αρχιεπίσκοπο του Καντέρμπουρυ και τον προσωπικό της γραμματέα, έδωσε στον Κάρολο και την Νταϊάνα την άδειά της για την έκδοση διαζυγίου.

Ένα χρόνο μετά την έκδοση του διαζυγίου, το οποίο εκδόθηκε το 1996, η Νταϊάνα σκοτώθηκε σε αυτοκινητιστικό δυστύχημα στο Παρίσι στις 31 Αυγούστου 1997. Η βασίλισσα τότε βρισκόταν σε διακοπές με τον γιο και τα εγγόνια της στο Κάστρο Μπαλμόραλ της Σκωτίας. Εξαιτίας του εχθρικού κλίματος των μέσων ενημέρωσης, η βασίλισσα εξέδωσε διάγγελμα στις 5 Σεπτεμβρίου, μια ημέρα πριν από την κηδεία της Νταϊάνα. Στο διάγγελμα εξέφρασε τον θαυμασμό της για την Νταϊάνα και τα συναισθήματά της ως γιαγιά για τους πρίγκιπες Ουίλλιαμ και Χάρρυ. Μετά το διάγγελμα ένα μεγάλο μέρος της δημόσιας εχθρότητας εξατμίστηκε.

Το 2012 εορτάστηκε το Διαμαντένιο Ιωβηλαίο της Βασίλισσας, καθώς ήταν η χρονιά της 60ης επετείου από την άνοδό της στο θρόνο. Σε διάγγελμά της, στις 6 Φεβρουαρίου 2012, δήλωσε μεταξύ άλλων: «Σε αυτή την ξεχωριστή χρονιά, όπως εγώ αφιερώνω τον εαυτό μου εκ νέου στην υπηρεσία σας, ελπίζω ότι θα θυμόμαστε τη δύναμη της ομαδικότητας και της συλλογικής ισχύος της οικογένειας, της φιλίας και της καλής γειτονίας…Ελπίζω, επίσης, ότι αυτή η χρονιά του Ιωβηλαίου θα είναι μία ευκαιρία να δώσουμε ευχαριστίες για τις μεγάλες προόδους που έχουν γίνει από το 1952 και για να κοιτάξουμε προς το μέλλον με καθαρό μυαλό και ζεστή καρδιά».

Η Βασίλισσα και ο σύζυγός της πραγματοποίησαν μια εκτεταμένη περιοδεία στο Ηνωμένο Βασίλειο, ενώ τα παιδιά και τα εγγόνια της πραγματοποίησαν περιοδείες σε χώρες της Κοινοπολιτείας εκ μέρους της. Η βασίλισσα στις 27 Ιουλίου 2012 κήρυξε την έναρξη των Θερινών Ολυμπιακών Αγώνων του Λονδίνου, καθώς και των Παραολυμπιακών στις 29 Αυγούστου του 2012. Στην τελετή έναρξης των Αγώνων συμμετείχε η ίδια σε μια ταινία μικρού μήκους, μαζί με τον Ντάνιελ Κρεγκ. Στις 4 Απριλίου του 2013 η βασίλισσα έλαβε τιμητικό βραβείο από την Βρετανική Ακαδημία Τεχνών Κινηματογράφου και Τηλεόρασης για τη συμμετοχή της στην ταινία της τελετής έναρξης των Ολυμπιακών Αγώνων του Λονδίνου.

Στις 18 Δεκεμβρίου 2012, για πρώτη φορά από την άνοδό της στο θρόνο, ήταν παρούσα στη συνεδρίαση του υπουργικού συμβουλίου της χώρας. Ήταν η πρώτη φορά από το 1781 που Βρετανός μονάρχης παρευρισκόταν στις εργασίες του υπουργικού συμβουλίου εν καιρώ ειρήνης. Στις 28 Αυγούστου του 2019 η Βασίλισσα έκανε δεκτό το αίτημα του πρωθυπουργού της Βρετανίας Μπόρις Τζόνσον να κλείσει η Βουλή των Κοινοτήτων μέχρι τις 14 Οκτωβρίου 2019, κίνηση που προκάλεσε γενική κατακραυγή από την αντιπολίτευση. Η Βουλευτής του Εργατικού Κόμματος, Κέιτ Οσάμορ, προειδοποίησε τη βασίλισσα ότι θα μπορούσε να έχει την τύχη του ξαδέρφου της, Κωνσταντίνου Β’ της Ελλάδα, ο οποίος εξέπεσε του αξιώματός του.

Πολλοί ωστόσο σχολίασαν ότι η Ελισάβετ δεν είχε άλλη επιλογή, μιας και οι εξουσίες της ήταν ντε φάκτο περιορισμένες και ο ρόλος της περισσότερο συμβολικός. Τελικά η Βουλή άνοιξε μετά από απόφαση του ανώτατου δικαστηρίου την Τετάρτη, 25 Σεπτεμβρίου 2019, γεγονός που θεωρήθηκε πολιτική ήττα του Μπόρις Τζόνσον. Ορισμένοι βουλευτές τον κατηγόρησαν ότι παραπλάνησε τη βασίλισσα. Στο χριστουγεννιάτικο μήνυμά της, η Ελισάβετ αναφέρθηκε στο 2019 ως «ταραχώδη χρονιά» και κάλεσε σε ενότητα ζητώντας από όλους τους Βρετανούς να ξεπεράσουν τις διαφορές τους.

Μετά από 73 χρόνια γάμου, στις 9 Απριλίου 2021, ο Πρίγκιπας Φίλιππος απεβίωσε και η Ελισάβετ έγινε η πρώτη μονάρχης του Ηνωμένου Βασιλείου που βασιλεύει ως χήρα, μετά τη Βασίλισσα Βικτώρια. Η ίδια είπε ότι ο θάνατος του άφησε ένα τεράστιο κενό, ενώ ακόμα συγκλονίζει η εικόνα της, μόνη, με μάσκα στην κηδεία του συζύγου της. Δύο μήνες μετά, την ημέρα των εκατοστών του γενεθλίων απέτισε φόρο τιμής, φυτεύοντας ένα λουλούδι στο όνομά του. Παρά την πανδημία του κορωνοϊού, συμμετείχε στο άνοιγμα του κοινοβουλίου στις 11 Μαΐου 2021. Επίσης, ήταν η οικοδέσποινα στην υποδοχή των ηγετών της G7 στην Κορνουάλη. Ο Τζο Μπάιντεν, 13ος κατά σειρά πρόεδρος των ΗΠΑ που συναντά η Ελισάβετ, δήλωσε για εκείνη ότι του θύμισε τη μητέρα του, με το βλέμμα και τη γενναιοδωρία της.

Καμία δημοσίευση για προβολή