Βίαιη αύξηση των τιμών ακινήτων στο Κέντρο της Αθήνας – “Ξεπαγώνει” η αγορά (πίνακας με τις τιμές)

Μία πρωτοφανής –σχεδόν βίαιη– αύξηση τιμών, τόσο στην πώληση όσο και στην ενοικίαση κατοικιών, παρατηρείται στην αγορά ακινήτων, κυρίως στο κέντρο της Αθήνας.

Σύμφωνα με τα στοιχεία που προκύπτουν από τον δείκτη τιμών που επιμελήθηκε το δίκτυο ηλεκτρονικών αγγελιών ακινήτων Spitogatos (www.spitogatos.gr), και δημοσίευσε η “Καθημερινή”, στο κέντρο της Αθήνας, με το πέρας του δεύτερου τριμήνου,

  • η μέση ζητούμενη τιμή πώλησης διαμερισμάτων εμφανίζει ετήσια αύξηση ύψους 31% σε 1.522 ευρώ/τ.μ. Μεγάλη αύξηση, κατά 18,2%, εμφανίζουν και οι ζητούμενες τιμές στον Πειραιά, που ανέρχονται πλέον σε 1.346 ευρώ/τ.μ., ενώ στα νότια προάστια η άνοδος αγγίζει το 13,3% σε 2.530 ευρώ/τ.μ.

Σε πανελλαδικό επίπεδο, η μέση ζητούμενη τιμή διαμορφώνεται πλέον σε 1.474 ευρώ/τ.μ., σημειώνοντας ετήσια αύξηση της τάξεως του 7,2% σε σχέση με την αντίστοιχη περίοδο του προηγούμενου έτους.

Οι ξένοι αγοραστές τροφοδοτούν τη ζήτηση στο Κέντρο της Αθήνας

Στην περίπτωση του κέντρου της Αθήνας, όντως η ζήτηση για αγορά διαμερισμάτων έχει τροφοδοτηθεί ιδιαίτερα τα τελευταία δύο – τρία χρόνια από ξένους αγοραστές. Ωστόσο, η πλειονότητα των ανθρώπων αυτών κινείται με γνώμονα την επένδυση, δηλαδή δεν διαθέτει απεριόριστο προϋπολογισμό και κυρίως αγοράζει ακίνητο, καθώς και τη μελλοντική απόδοση και την αξία μεταπώλησης. Επομένως, όσο πιο υψηλή είναι η τιμή αγοράς, τόσο χαμηλότερα θα κινηθούν η απόδοση και το κέρδος από τη μεταπώληση.

  • Πάντως, η ανεβασμένη ψυχολογία των ιδιοκτητών δικαιολογείται εν μέρει με βάση τους αριθμούς, καθώς τα τελευταία διαθέσιμα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος, κατά τη διάρκεια του φετινού πρώτου εξαμήνου κατέδειξαν αύξηση των εισροών κεφαλαίου από το εξωτερικό για την αγορά ακινήτων κατά 94,6%.

Εφόσον διατηρηθεί ο ίδιος ρυθμός έως το τέλος του 2019, είναι πιθανόν το τελικό ποσό να προσεγγίσει τα 2,5 δισ. ευρώ, περίπου δεκαπλάσιο σε σχέση με τις αρχές της δεκαετίας, όταν ο κίνδυνος εξόδου από την ευρωζώνη ήταν στο αποκορύφωμά του. Συνολικά το 2018, εισέρρευσαν στην χώρα 1,3 δισ. ευρώ για αγορές κι επενδύσεις στην αγορά ακινήτων, ενώ το 2017, το σχετικό ποσό εκτιμάται ότι προσέγγισε τα 500 εκατ. ευρώ.

  • Η αύξηση αυτή οφείλεται στην απήχηση του προγράμματος «χρυσή βίζα», που απευθύνεται σε πολίτες από χώρες εκτός της Ε.Ε., αλλά και στην εκτόξευση του φαινομένου των βραχυχρόνιων μισθώσεων, οι οποίοι επιτρέπουν στους επενδυτές στην αγορά κατοικίας την αξιοποίηση των ακινήτων τους.

4.500 άδειες διαμονής σε ξένους επενδυτές ακινήτων

Μέχρι σήμερα, έχουν εκδοθεί πάνω από 4.500 άδειες διαμονής σε επενδυτές εκτός Ε.Ε. (ελάχιστο ύψος επένδυσης είναι τα 250.000 ευρώ), με το 75% αυτών να αφορά αγορές ακινήτων εντός του Λεκανοπεδίου της Αττικής. Εφόσον μάλιστα γίνουν πράξη και οι προθέσεις της κυβέρνησης για περαιτέρω ενίσχυση του προγράμματος, μέσω της παροχής της δυνατότητας απόκτησης και της ελληνικής υπηκοότητας, είναι σαφές ότι το ενδιαφέρον θα αυξηθεί, ακόμα κι αν επιβληθεί πλαφόν 200 διαβατηρίων ετησίως (με ελάχιστο όριο επένδυσης όμως τα 2 εκατ. ευρώ).

Ανάλογες «πληθωριστικές» πιέσεις καταγράφονται και στις ενοικιάσεις κατοικιών, με την αύξηση στο σύνολο της χώρας να διαμορφώνεται σε 6,88 ευρώ/τ.μ. (+9,4%) σε σχέση με το δεύτερο τρίμηνο του 2018. Στο κέντρο της Αθήνας, η αύξηση αγγίζει το 10,2% σε 9,52 ευρώ/τ.μ., τιμή υψηλότερη από την αντίστοιχη στα βόρεια προάστια και απλησίαστη για την πλειονότητα των Ελλήνων.

  • Επιβεβαιώνονται έτσι οι επαγγελματίες του κλάδου, που ισχυρίζονται ότι σταδιακά το κέντρο της πόλης και κυρίως οι συνοικίες που βρίσκονται πλησίον των τουριστικών αξιοθέατων, θα καταστούν «θύλακοι τουρισμού», με τα ακίνητα να απευθύνονται αποκλειστικά σε ανθρώπους από το εξωτερικό. Η μόνη περιοχή που είναι ακριβότερη για ενοικίαση είναι τα νότια προάστια της Αττικής, όπου η μέση τιμή διαμορφώνεται σε 10,5 ευρώ/τ.μ., αυξημένη κατά 5% από πέρυσι.

Αξίζει να σημειωθεί ότι από το 2011 μέχρι και το 2015, οι τιμές ενοικίασης στο σύνολο της χώρας υποχώρησαν κατά 40% κατά μέσο όρο, εκμηδενίζοντας την αύξηση του 43% που είχε παρατηρηθεί κατά την περίοδο από το 2000 μέχρι το τέλος του 2010. Σήμερα, φαίνεται να επιχειρείται η άμεση επιστροφή των τιμών στα προ κρίσης επίπεδα.

ΠΗΓΗ: “Καθημερινή” (ρεπορτάζ Νίκος Ρουσάνογλου)

Καμία δημοσίευση για προβολή