Από τα “σκουπίδια” στην “επενδυτική ελίτ”: Οι 7 λόγοι που αναβαθμίζουν την Ελληνική οικονομία

Από τα

Ενώ «η Ελλάδα επιστρέφει στην επενδυτική ελίτ, μετά την αναβάθμιση της επενδυτικής αξιολόγησης της από τον οίκο Scope Rating», όπως αναφέρει χαρακτηριστικά το Bloomberg, οι διεθνείς αναλυτές επισημαίνουν την οριστική «αλλαγή του οικονομικού προφίλ της χώρας» από την εποχή της κρίσης χρέους που ξέσπασε το 2010, των τριών “μνημονίων διάσωσης” και την απειλή να τεθεί εκτός Ευρωζώνης.

  • Η αποκατάσταση της οικονομικής και πολιτικής κανονικότητας, οι μεταρρυθμίσεις, οι αναπτυξιακές πολιτικές, η δημοσιονομική ισορροπία, η ευνοϊκή πορεία του δημόσιου χρέους, αλλά και η ευρωπαϊκή θεσμική στήριξη, αποτελούν τις βασικές παραμέτρους μιας νέας πορείας που μόνο θετικά αξιολογείται και αναμένεται να φέρει νέες αναβαθμίσεις στη χώρα από τους διεθνείς Οίκους εντός του 2023. Αναβαθμίσεις, που θα έχουν άμεσο αντίκτυπο στο επενδυτικό προφίλ της Ελλάδας, στην ενίσχυση της κεφαλαιαγοράς της και, εμμέσως,  σε καλύτερες συνθήκες δανεισμού των επιχειρήσεων και των νοικοκυριών.

Οι 7 λόγοι που αναβαθμίζουν την οικονομία

Αναλυτικότερα, επτά είναι οι λόγοι που οδήγησαν σε αυτή την κατεύθυνση:

1. Η μεγάλη νίκη του Κυριάκου Μητσοτάκη στα εκλογές του Ιουνίου και οι συνθήκες πολιτικής σταθερότητας. Αυτή η εξέλιξη  διασφαλίζει την συνέχιση των πολιτικών με στόχο την αναζωογόνηση της ελληνικής οικονομίας και τη δημοσιονομική εξυγίανση και αυξάνει τις προσδοκίες για ενίσχυση της ανάπτυξης με κινητήρια δύναμη τις επενδύσεις και τις μεταρρυθμίσεις, πειθαρχημένη δημοσιονομική πολιτική, καθώς και για συνεχή βελτίωση του λόγου του δημόσιου χρέους.

2. Η ισχυρή ανάπτυξη (5,9 %) της ελληνικής οικονομίας το 2022, πάνω από τον μέσο όρο της ευρωζώνης και οι προβλέψεις της κυβέρνησης και της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για ανάπτυξη 2,3% και 2,4% αντίστοιχα (πιθανότατα με υψηλότερα ποσοστά), το 2023, επίσης πάνω από το επίπεδο της ανάπτυξης στην Ευρωζώνη.

3. Η σταθερή πτωτική τροχιά του δημόσιου χρέος, εν μέσω υψηλού πληθωρισμού, ισχυρής οικονομικής ανάπτυξης, χαμηλών επιτοκίων στα ομόλογα και επίτευξης πρωτογενών πλεονασμάτων. Το ελληνικό χρέος αναμένεται να υποχωρήσει, ως λόγος του ΑΕΠ, στο 160,7% έως το 2023, μια πτώση 46 ποσοστιαίων μονάδων από το υψηλό του 2020, και στο 141,6% έως το 2028.

4. Οι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις που περιόρισαν σημαντικά τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια (NPLs). Η πρόοδος στη διάθεση των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων (NPE) με τη χρήση τιτλοποιήσεων που οδήγησαν τον δείκτη NPE των τραπεζών σε μονοψήφια επίπεδα και ενίσχυσαν τη σταθερότητα του τραπεζικού συστήματος.

5. Η βελτίωση του δημοσιονομικού ισοζυγίου μετά το μεγάλο έλλειμμα που καταγράφηκε λόγω της πανδημίας COVID-19. Το 2022 καταγράφηκε μικρό πρωτογενές πλεόνασμα, παρά τις επιδοτήσεις προς τις επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά για την αντιμετώπιση της αύξησης του πληθωρισμού και των τιμών της ενέργειας. Η κυβέρνηση για το 2023 προβλέπει πρωτογενές πλεόνασμα 1,1 % του ΑΕΠ (και μειωμένο δημοσιονομικό έλλειμμα 1,8 % του ΑΕΠ) ενώ η Ευρωπαϊκή Επιτροπή προβλέπει ακόμη μεγαλύτερο πλεόνασμα. αι στην έκθεση.

6. Η διατήρηση της ευρωπαϊκής θεσμικής υποστήριξης της χώρας. Τα μέτρα της ΕΚΤ, σε συνδυασμό με την έγκριση του σχεδίου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας ύψους 30,5 δισ. ευρώ (13,7% του μέσου ΑΕΠ 2021-2026) για την Ελλάδα, μαζί με τη δυνατότητα περαιτέρω μακροπρόθεσμης αντιμετώπισης του χρέους από τους Ευρωπαίους εταίρους, υποστηρίζουν τη βιωσιμότητα του χρέους και δημιουργούν δημοσιονομικό χώρο ώστε να αυξήσει η ελληνική κυβέρνηση τις δημόσιες επενδύσεις.

7. Η διεκδίκηση πρόσθετης χρηματοδότησης από το REPowerEU Plan, επιπλέον των κεφαλαίων που είναι διαθέσιμα στο πλαίσιο του Ταμείου Ανάκαμψης της ΕΕ με την εφαρμογή διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων σε τομείς όπως το επιχειρηματικό περιβάλλον, η αγορά εργασίας και η δημόσια διοίκηση.

 

Καμία δημοσίευση για προβολή