Εκλογές στην Τουρκία: Πώς η οικονομία «κατέστρεψε» τον Ερντογάν και τον οδηγεί στο τέλος της παντοκρατορίας του

Αν κάποιος θελήσει να ορίσει ένα χρονικό σημείο από το οποίο και εντεύθεν αρχίζει η εμφανής πτώση της δημοφιλίας του Τούρκου προέδρου Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, μια καλή ημερομηνία θα μπορούσε να είναι η ημέρα του αποτυχημένου πραξικοπήματος, στις 15 Ιουλίου του 2016.

Ο μεταρρυθμιστής

Το εντυπωσιακό είναι ότι η ημέρα εκείνη ήταν μια ημέρα δόξας για τον Τούρκο πρόεδρο: ο λαός της χώρας πλημμύρισε τους δρόμους και μετέτρεψε την απόπειρα πραξικοπήματος στο απόλυτο φιάσκο για τους εγκέφαλους πίσω από αυτό. Η άφιξη του Ερντογάν στην Κωνσταντινούπολη είχε θριαμβευτικό χαρακτήρα και η ισχύς του Τούρκου προέδρου έμοιαζε σχεδόν ακλόνητη: ο Ερντογάν μπορούσε πλέον να κάνει ό,τι θέλι στην Τουρκία.

Ωστόσο, πίσω από τους πανηγυρισμούς κρυβόταν μια δυσάρεστη αλήθεια: η απόλυτη εξουσία του Ερντογάν τον έκανε να πιστεύει ότι ήταν ανίκητος και ότι η κάθε απόφασή του θα γινόταν δεκτή χωρίς δεύτερη κουβέντα. Η «λατρεία της προσωπικότητας» ήταν η παγίδα στην οποία ο Ερντογάν έπεσε και, ειδικά στον τομέα της οικονομίας, η ανορθόδοξη πολιτική που ακολούθησε κατά πάσα πιθανότητα θα είναι και η «αχίλλειος πτέρνα» του στις επερχόμενες εκλογές.

Τα πράγματα δεν ήταν πάντα έτσι: όταν πρωτοεκλέχθηκε πρωθυπουργός της Τουρκίας το 2002, ο Ερντογάν έμοιαζε με τον πολιτικό που η χώρα έψαχνε εδώ και πολλά χρόνια: αποφασιστικός, μεταρρυθμιστής, ολοκλήρωσε το δύσκολο πρόγραμμα του ΔΝΤ, η χώρα μπήκε σε ραγδαία ανάπτυξη, οι επενδυτές διαγκωνίζονταν για το ποιος θα πρωτοβάλει τα χρήματά του στην Τουρκία, και η κυβέρνησή του άρχισε προγράμματα εκσυγχρονισμού της χώρας.

Το κρίσιμο 2013

Βέβαια, ήδη από τα πρώτα χρόνια της διακυβέρνησης της χώρας από τον Ερντογάν, οι ανισότητες στην Τουρκία άρχισαν να αυξάνονται, ενώ άρχισαν να διαφαίνονται και περιστατικά νεποτισμού και διαφθοράς, ωστόσο, η αναπτυξιακή πορεία της χώρας, η μείωση του πληθωρισμού και η ραγδαία μείωση της ανεργίας, λειτουργούσαν ως προκάλυμμα των πιο βαθιών και συστημικών προβλημάτων της τουρκικής οικονομίας.

Ακόμα και η παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση του 2008-2009 έμοιαζε να λειτουργεί προς όφελος της Τουρκίας, καθώς το φθηνό χρήμα διεθνώς έρευσε προς την Τουρκία, τροφοδοτώντας μια μεγάλη έκρηξη στον κατασκευαστικό τομέα και ενισχύοντας περισσότερο την εικόνα του Ερντογάν ως ενός πολιτικού που σπρώχνει την οικονομία της Τουρκίας από επιτυχία σε επιτυχία – όλοι θυμόμαστε τον Τούρκο πρόεδρο να λοιδωρεί την Ελλάδα κατά τη διάρκεια της δικής της κρίσης.

Ωστόσο, οι ρωγμές άρχισαν να διαφαίνονται ήδη από το 2013, όταν ο ξεσηκωμός και τα επεισόδια στο πάρκο Γκεζί της Κωνσταντινούπολης έδειξαν το αυταρχικό πρόσωπο του Ερντογάν και τις αντιλήψεις του για τη διαχείριση της εξουσίας. Ταυτόχρονα, το φθηνό χρήμα από το εξωτερικό άρχισε να στερεύει και οι ξένοι επενδυτές άρχισαν να εγκαταλείπουν τις θέσεις τους στην τουρκική οικονομία, θέσεις τις οποίες άρχισε να καταλαμβάνει το ίδιο το κράτος.

Κατάρρευση της λίρας

Ταυτόχρονα, η λίρα, το καμάρι του Ερντογάν αντιμετώπισε σοβαρές κρίσεις το 2018 και το 2021 (η τελευταία μοιάζει να συνεχίζεται ως σήμερα), χάνοντας το 85% της αξίας της έναντι του δολαρίου και προκαλώντας τεράστια προβλήματα στους καταναλωτές, καθώς η αγοραστική τους δύναμη, που είχε ενισχυθεί κατά την πρώτη φάση της διακυβέρνησης της χώρας από τον Ερντογάν, άρχισε να εξανεμίζεται και μεγάλα κομμάτια του πληθυσμού να φτωχοποιούνται.

Η κακή οικονομική διαχείριση της πανδημίας επέτεινε τα προβλήματα και έφερε στο φως την ανεπάρκεια του τουρκικού κράτους, ενώ η παράλογη πίστη του Ερντογάν ότι τα χαμηλά τραπεζικά επιτόκια θα ρίξουν τον πληθωρισμό είχε ακριβώς το αντίθετο αποτέλεσμα, κατακρημνίζοντας τη λίρα, δημιουργώντας σοβαρές ανησυχίες σε πιθανούς επενδυτές και «σαρώνοντας» τα συναλλαγματικά αποθέματα της Τουρκίας.

Όλα τα παραπάνω σε συνδυασμό με ολοένα αυξανόμενο δεσποτισμό και αυταρχισμό από τον Ερντογάν, αλλά και την απώλεια τεχνοκρατών που τα προηγούμενα χρόνια είχαν παίξει μείζονα ρόλο στη χάραξη της οικονομικής πολιτικής του ΑΚΡ, μαζί με τις συνεργασίες του σε πολιτικό επίπεδο με το ακροδεξιό κόμμα των «Γκρίζων Λύκων» (ΜΗΡ), έφθειραν τη ηγετική φυσιογνωμία του Τούρκου προέδρου, φέρνοντάς τον σε δεινή εκλογική θέση.

Τελειώνουν οι μπλόφες

Βέβαια, ο Ερντογάν διατηρεί ισχύ στις αγροτικές περιοχές της Τουρκίας, στους εργάτες και στους εθνικιστές. Επίσης, έχει ρίξει χρήμα, με αυξήσεις σε μισθούς και συντάξεις, καθώς και σε διάφορα επιδόματα προς τους πιο αναξιοπαθούντες. Όμως, οι δεσμεύσεις του αντιπάλου του, Κεμάλ Κιλιτσντάρογλου, για ανατροπή της οικονομικής πολιτικής και επιστροφή στην οικονομική ορθοδοξία ηχούν δελεαστικές στα αυτιά πολλών Τούρκων.

Κανείς δεν μπορεί να προβλέψει ποιο θα είναι το αποτέλεσμα της εκλογικής μάχης της 14ης Μαΐου: οι δημοσκοπήσεις δίνουν τον Κιλιτσντάρογλου νικητή, ωστόσο, ο Ερντογάν -που δίνει μάχη ζωής και θανάτου- δεν το βάζει κάτω και θα χρησιμοποιήσει κάθε μέσο για να βγει εκ νέου θριαμβευτής. Μόνο που αυτή τη φορά, το «φύλλο» που έχει στα χέρια του δεν είναι καλό και οι μπλόφες μοιάζουν να τελειώνουν η μία μετά την άλλη.

Αν τελικά ο Ερντογάν χάσει, πάντως, θα είναι η οικονομία εκείνη που θα τον έχει ρίξει από το Προεδρικό Παλάτι στην Άγκυρα. Η πίστη του ότι είναι ανίκητος και η έλλειψη καθαρής ματιάς μπροστά στα προβλήματα είναι αυτά που τον έχουν κάνει να τρέχει για να φθάσει τον αντίπαλό του, αντί -όπως συνέβαινε ως τώρα- να βρίσκεται μπροστά και να σχεδιάζει τα επινίκιά του.

Με πληροφορίες από το Reuters

Καμία δημοσίευση για προβολή