Γραφείο Προϋπολογισμού: Η ελληνική οικονομία διατηρεί τη δυναμική της – «Κλειδί» οι επενδύσεις

Γραφείο Προϋπολογισμού: Η ελληνική οικονομία διατηρεί τη δυναμική της - «Κλειδί» οι επενδύσεις

Tο Γραφείο Προϋπολογισμού του Κράτους στη Βουλή διατηρεί την πρόβλεψή του για ανάπτυξη 2,2% φέτος, επισημαίνοντας στην έκθεσή του για το 4ο τρίμηνο ότι η ελληνική οικονομία συνεχίζει να αναπτύσσεται παρά τις δυσκολίες προερχόμενες τόσο από το εξωτερικό περιβάλλον (γεωπολιτικές εντάσεις, τιμές ενέργειας κ.ά.) όσο και από το εγχώριο περιβάλλον (φυσικές καταστροφές, όπως οι πλημμύρες και οι δασικές πυρκαγιές) διατηρώντας θετικούς ρυθμούς μεγέθυνσης.

Η έως τώρα πορεία της οικονομίας με βάση τα διαθέσιμα τριμηνιαία στοιχεία για το ΑΕΠ, αλλά και τους δείκτες βραχυχρόνιας οικονομικής δραστηριότητας και προσδοκιών είναι συμβατή με τις προβλέψεις που διατύπωσε το Γραφείο Προϋπολογισμού στην έκθεσή του για το πρώτο τρίμηνο του 2023.

Η Ελληνική οικονομία διατηρεί τη δυναμική της

Όσον αφορά την διαχρονική συνεισφορά των συνιστωσών στον ρυθμό μεγέθυνσης του ΑΕΠ σημαντικότερο ρόλο έχουν, κυρίως μετά την περίοδο της ανάκαμψης από την πανδημία, οι εξαγωγές, η ιδιωτική κατανάλωση και οι επενδύσεις, ωστόσο οι καθαρές εξαγωγές, με εξαίρεση το πρώτο τρίμηνο του 2023, έχουν αρνητική συνεισφορά σταθερά από το τέταρτο τρίμηνο του 2021.

Συγκεκριμένα, η ελληνική οικονομία διατηρεί τη δυναμική της με τον ετήσιο ρυθμό μεγέθυνσης του πραγματικού ΑΕΠ να διαμορφώνεται στο 2,1% σε σύγκριση με το ίδιο τρίμηνο του 2022, παρά την επιβράδυνση σε σχέση με το δεύτερο τρίμηνο. Η πορεία της οικονομίας είναι συμβατή με τις προβλέψεις που διατύπωσε το Γραφείο Προϋπολογισμού στην έκθεσή του για το πρώτο τρίμηνο του 2023. Ο πληθωρισμός αποκλιμακώνεται και διαμορφώνεται, για τον Νοέμβριο, στο 2,9%. Αντίθετα, η οικονομία της Ευρωζώνης έχει χάσει τη δυναμική της παρουσιάζοντας σημάδια στασιμότητας.

«Κλειδί» οι επενδύσεις

Όπως επισημαίνει το Γραφείο, το Υπουργείο Οικονομικών στην Εισηγητική Έκθεση του Προϋπολογισμού για το 2024 προβλέπει μεγέθυνση 2,4% για το 2023 και 2,9% για το 2024, ενώ ο πληθωρισμός προβλέπεται να διαμορφωθεί σε 4,1% το 2023 και 2,6% το 2024. Ωστόσο, σχολιάζει ότι η «αρκετά πιο αισιόδοξη πρόβλεψη του Υπουργείου Οικονομικών στηρίζεται στην παραδοχή για πολύ ισχυρή αύξηση των επενδύσεων, κατά 15,1%. Αυτή η πρόβλεψη θα εξαρτηθεί σε μεγάλο βαθμό από την ταχεία αξιοποίηση των πόρων του ΤΑΑ». 

Οι ιδιωτικές, και δημόσιες, επενδύσεις σε πάγιο κεφάλαιο, ανθρώπινο δυναμικό και νέες τεχνολογίες, καθώς και η συνέχιση των μεταρρυθμίσεων αποτελούν τον καθοριστικό μοχλό μετασχηματισμού της ελληνικής οικονομίας προς ένα εξωστρεφές μοντέλο βιώσιμης και ισχυρής ανάπτυξης. Το καθοριστικό χρηματοδοτικό εργαλείο για να μπουν οι βάσεις για τον μετασχηματισμό, είναι το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας.

Οι καθυστερήσεις που παρουσιάζονται για το 2023 σχετικά με την εκταμίευση των πόρων πρέπει να εκλείψουν και επιβάλλεται να επιταχυνθεί η απορρόφηση, ώστε να καλυφθεί το επενδυτικό κενό της χώρας (δηλαδή το έλλειμα δαπάνης επενδύσεων ως ποσοστό του ΑΕΠ) το οποίο σύμφωνα με στοιχεία της Eurostat για το 2022 ανέρχεται σε 9,05% του ΑΕΠ, σε σχέση με τον μέσο όρο της Ευρωζώνης.

Ο πληθωρισμός

Το Γραφείο τονίζει ότι είναι θετικό πως ο πληθωρισμός της Ευρωζώνης, που εκτιμάται ότι θα διαμορφωθεί στο 2,4% τον Νοέμβριο, αποκλιμακώνεται ταχύτερα του αναμενομένου, και δείχνει τον δρόμο, για πρώτη φορά, προς την αναστροφή της σύσφιξης της νομισματικής πολιτικής από την ΕΚΤ. Μια ενδεχόμενη μείωση των βασικών επιτοκίων της ΕΚΤ το πρώτο εξάμηνο του 2024, εξαιτίας της έως τώρα επιβράδυνσης του ρυθμού αύξησης των τιμών και των ενδείξεων κάμψης της οικονομικής δραστηριότητας στην Ευρωζώνη, θα έχει θετικές επιπτώσεις για την ελληνική οικονομία. Ωστόσο, μια επιδείνωση των γεωπολιτικών εντάσεων στην Ουκρανία και στη Μέση Ανατολή, θα επηρέαζε αρνητικά την ελληνική οικονομία.

Η επενδυτική βαθμίδα

Σχετικά με την ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας που δόθηκε από την Fitch Ratings τον Δεκέμβριο του 2023, τονίζεται ότι σφραγίζει την καλή πορεία των βασικών μακροοικονομικών και δημοσιονομικών μεγεθών καθώς και τις προοπτικές δημοσιονομικής σταθερότητας, και έτσι το αξιόχρεο της ελληνικής κυβέρνησης γίνεται ακόμα πιο ελκυστικό σε μεγάλους θεσμικούς επενδυτές. Πέρα από τη θετική επίπτωση στα δημόσια οικονομικά, το χαμηλότερο κόστος δανεισμού συμπαρασύρει και το κόστος έκδοσης εταιρικών ομολόγων, και συμβάλλει στη χρηματοδότηση του ιδιωτικού τομέα.

Τέλος, σχετικά με το νέο Σύμφωνο Σταθερότητας, το Γραφείο Προϋπολογισμού της Βουλής αναφέρει ότι «η πρόσθετη συμφωνία για τη μεταρρύθμιση των ευρωπαϊκών δημοσιονομικών κανόνων αποτελεί μια θετική εξέλιξη, καθώς ξεκαθαρίζει το δημοσιονομικό πλαίσιο που θα ισχύει τα επόμενα χρόνια, προβλέπει υπό όρους εξαίρεση των αμυντικών δαπανών και επιτρέπει μία ηπιότερη μείωση του δημοσίου χρέους».

Καμία δημοσίευση για προβολή