Οι επικεφαλής των ελληνικών συστημικών τραπεζών διώχνουν τις ανησυχίες πως το τέλος του ευνοϊκού waiver που τους έδινε πρόσβαση σε φθηνό χρήμα, θα σημάνει μπελάδες για το ελληνικό τραπεζικό σύστημα και την οικονομία.
Στο αποκορύφωμα της κρίσης χρέους, οι ελληνικές τράπεζες αναγκάσθηκαν να αντλήσουν ρευστότητα μεγαλύτερη των 150 δισ. ευρώ από την ΕΚΤ, έχοντας απολέσει σχεδόν το σύνολο της διατραπεζικής χρηματοδότησής τους και ένα μεγάλο μέρος των καταθέσεων τους. Η ανάγκη αυτή μειώθηκε σε μόλις 13 δισ. ευρώ στο τέλος Ιουλίου. Από το ποσό αυτό, μόνο τα 3,5 δισ. ευρώ είναι καλυμμένα με την εγγύηση του ελληνικού δημοσίου και δεν είναι πλέον επιλέξιμα από την ΕΚΤ για την παροχή ρευστότητας.
Οι επικεφαλής των τεσσάρων συστημικών τραπεζών καταθέτουν στο Bloomberg την πεποίθηση τους ότι η άρση του waiver είναι αντιμετωπίσιμη .
Από την πλευρά της, η Alpha Bank έχει διατηρήσει γραμμές χρηματοδότησης από την ΕΚΤ αντικαθιστώντας ελληνικά κρατικά ομόλογα και έντοκα με άλλο ενεργητικό που γίνεται αποδεκτό από την ΕΚΤ, υποστηρίζει ο Δημήτριος Ματζούνης. Η τέταρτη μεγαλύτερη ελληνική τράπεζα έχει επίσης αυξήσει τις συναλλαγές στην αγορά repos με διεθνείς αντισυμβαλλόμενους.
Καθώς οι τράπεζες ετοιμάζονται να ανακοινώσουν αποτελέσματα εξαμήνου, οι επικεφαλής τους δηλώνουν ότι αυτό που χρειάζεται περισσότερο η Ελλάδα είναι να συνεχίσει τις μεταρρυθμίσεις και να προσελκύσει επενδύσεις. Για τις ίδιες, η μεγαλύτερη πρόκληση είναι η αντιμετώπιση του όγκου των μη εξυπηρετούμενων δανείων. Τους επόμενους μήνες θα παρουσιαστούν σχέδια ώστε το ποσοστό τους από κοντά στο 50% να μειωθεί γύρω στο 15% (σ.σ. mid-teens) ως τα τέλη του 2021.
«Επιπλέον βελτίωση της επενδυτικής εμπιστοσύνης για να προσελκυστούν εγχώριες και ξένες επενδύσεις απαιτεί σταθερή υλοποίηση των δομικών μεταρρυθμίσεων και αναμόρφωση του φορολογικού βάρους», δηλώνει ο Π. Μυλωνάς. «Τα βασικά ρίσκα, πέρα από τη μεταρρυθμιστική κόπωση, προέρχονται από εξωτερικούς παράγοντες», με τους δύο γείτονες (Τουρκία, Ιταλία) να αντιμετωπίζουν οικονομικές δυσκολίες, προσέθεσε.