Οι δύο αβεβαιότητες που φέρνει μαζί του το 2022 και η ανησυχία του ΥΠΟΙΚ για χαμηλότερη ανάπτυξη και αυξημένες δαπάνες. Ετοιμάζεται νέο πακέτο στήριξης

2022 αβεβαιότητες

Mετάλλαξη «Οµικρον» και πληθωρισμός σκιάζουν τις προοπτικές του νέου έτους, που ξεκινάει τελικά με χειρότερους οιωνούς από αυτούς που υπήρχαν ακόμη και πριν από λίγο καιρό, κατά την ψήφιση του προϋπολογισμού 2022.

Τότε κυριαρχούσε το καλό νέο της υψηλής ανάκαμψης του 2021, που όλα δείχνουν τελικά ότι θα ξεπεράσει κατά πολύ το μετριοπαθές 6,9% του προϋπολογισμού.

Τώρα, τα ερωτήματα αφορούν το κατά πόσον οι δύο κίνδυνοι, της πανδημίας και των τιμών, θα επιτρέψουν στο ΑΕΠ να αυξηθεί περαιτέρω κατά 4,5%, αλλά και στο πρωτογενές έλλειμμα να συγκρατηθεί στο 1,2% του ΑΕΠ, όπως προβλέπει ο προϋπολογισμός.

Οι τρεις στόχοι της κυβέρνησης 

Αν αυτές οι επιδόσεις, αναπτυξιακές και δημοσιονομικές, ξεφύγουν από τους στόχους σημαντικά, διαταράσσεται ο ενάρετος κύκλος, στον οποίο ποντάρει η κυβέρνηση: έξοδος από το καθεστώς ενισχυμένης εποπτείας, χαμηλότεροι στόχοι πρωτογενών πλεονασμάτων τα επόμενα χρόνια –ώστε να επιτραπούν περισσότερες επενδύσεις και φοροελαφρύνσεις– και πάνω απ’ όλα αναβάθμιση της ελληνικής οικονομίας σε επενδυτική βαθμίδα από τους οίκους αξιολόγησης.

Ενας ενάρετος κύκλος που θα σηματοδοτούσε το οριστικό τέλος των μνημονιακών χρόνων και την επάνοδο στην κανονικότητα.

Ετσι, η κυβέρνηση θα μπορούσε να οδεύσει στις εκλογές με το ισχυρότερο –όπως αποδεικνύεται πάντα– ατού, αυτό της οικονομίας.

Αυξάνονται οι αβεβαιότητες 

Τα δεδομένα αυτά δεν έχουν ανατραπεί, αλλά οι αβεβαιότητες έχουν αυξηθεί τις τελευταίες ημέρες, λόγω της ραγδαίας εξάπλωσης της «Ομικρον», ενώ επιμένει η αστάθεια στο μέτωπο των τιμών της ενέργειας.

«H νέα κανονικότητα αναμένεται να έχει βασικό δομικό στοιχείο τον υψηλό βαθμό αβεβαιότητας», υποστήριζε η Alpha Bank στο εβδομαδιαίο δελτίο της, την περασμένη εβδομάδα.

Έρχονται νέα μέτρα στήριξης 

Στο οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης αποφεύγουν να μιλούν προς το παρόν για νέα μέτρα, αλλά στην πραγματικότητα ετοιμάζονται για ένα πακέτο στήριξης των κλάδων που θα πληγούν από τη νέα μετάλλαξη και που προς το παρόν φαίνεται να είναι μόνο η εστίαση, η ψυχαγωγία και ο αθλητισμός, όχι όμως και το λιανεμπόριο.

Οι πληροφορίες, από πηγές του οικονομικού επιτελείου ( Καθημερινή της Κυριακής ), αναφέρουν ότι τα όποια μέτρα θα ανακοινωθούν περί τα μέσα Ιανουαρίου.

Στο επίκεντρο θα βρεθεί η στήριξη των εργαζομένων, που ενδεχομένως θα τεθούν σε αναστολή εργασίας.

Οπως σημειώνουν, οι επιχειρήσεις δεν έχουν υποχρεώσεις να καλύψουν πριν από το τέλος Ιανουαρίου, επομένως μπορεί να περιμένει λίγο η ανακοίνωση των μέτρων στήριξής τους, ώστε να είναι και πιο σαφής η εικόνα.

Προτεραιότητα η προστασία των θέσεων εργασίας 

Οπως τόνισε ο υπουργός Οικονομικών Χρήστος Σταϊκούρας την Τετάρτη, «προτεραιότητα έχει πάντα η προστασία των θέσεων εργασίας, όπως οι αναστολές και η καταβολή της αποζημίωσης ειδικού σκοπού».

Η εκτίμηση, με τα μέχρι στιγμής δεδομένα, είναι ότι το δημοσιονομικό πλήγμα δεν θα είναι βαρύ, καθώς τα υγειονομικά μέτρα και οι περιορισμοί δεν θα έχουν την έκταση των προηγούμενων παρεμβάσεων.

Αλλωστε, η πορεία των εσόδων των τελευταίων μηνών του έτους εμπνέει αισιοδοξία. Το εντεκάμηνο Ιανουαρίου – Νοεμβρίου η υπέρβαση των φορολογικών εσόδων έναντι του στόχου της εισηγητικής έκθεσης του προϋπολογισμού 2022 ήταν 784 εκατ. ευρώ και οι εκτιμήσεις είναι ότι και ο Δεκέμβριος θα πάει καλά.

Ωστόσο, είναι ακόμη πολύ νωρίς για να εκτιμήσει κανείς κατά πόσον θα χρειαστούν μεγαλύτερης έκτασης και έντασης μέτρα, που θα αφήσουν αποτύπωμα στα μεγέθη του προϋπολογισμού.

Η μεγαλύτερη ανησυχία του ΥΠΟΚ 

Στο οικονομικό επιτελείο, ο αναπληρωτής υπουργός Θεόδωρος Σκυλακάκης διαμηνύει σε συνομιλητές του ότι περισσότερο ανησυχεί το θέμα του πληθωρισμού και ειδικότερα οι τιμές της ενέργειας.

Με τον δείκτη τιμών καταναλωτή να έχει πραγματοποιήσει άλμα στο 4,8% τον Νοέμβριο, οι ανησυχίες δείχνουν εύλογες.

Παρότι η εκτίμησή του είναι ότι δεν επίκειται επιστροφή σε εποχή υψηλών τιμών και μισθών σε μόνιμη βάση, οι αυξήσεις που θα σημειωθούν –αλλού μόνιμες κι αλλού προσωρινές, όπως υποστηρίζει– απειλούν να πλήξουν τον προβλεπόμενο ρυθμό ανάπτυξης. Και φυσικά θα επιβάλουν τη συνέχιση της στήριξης των ευάλωτων –τουλάχιστον– νοικοκυριών από τις τιμές ενέργειας.

Σύμφωνα με εκτίμηση του οικονομικού επιτελείου, για κάθε 10 ευρώ αύξησης της τιμής της μεγαβατώρας του φυσικού αερίου σε ετήσια βάση, μειώνεται το ΑΕΠ κατά 600 εκατ. ευρώ.

Αν σκεφθεί κανείς ότι το 2019 η μεσοσταθμική τιμή ήταν στα 15 ευρώ η μεγαβατώρα και τώρα βρίσκεται, μετά την πρόσφατη πτώση της, γύρω στα 100 ευρώ, είναι σαφές πόσο μεγάλο πλήγμα μπορεί να επιφέρει στην ανάπτυξη μια διατήρησή της σε υψηλά επίπεδα.

Ασπίδα από ΕΚΤ

Στα θετικά δεδομένα καταγράφεται η πρόσφατη απόφαση της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, με την οποία φαίνεται πως εξασφαλίσθηκε η παροχή ρευστότητας που χρειάζεται η ελληνική οικονομία, ακόμη και μετά το τέλος του έκτακτου προγράμματος ΡΕΡΡ.

Κυρίως, όμως, έστειλε σήμα στις αγορές ότι η Φρανκφούρτη δεν θα αφήσει την Αθήνα ανυπεράσπιστη, έως ότου έρθει η πολυαναμενόμενη αναβάθμιση των ομολόγων της σε επενδυτική βαθμίδα. Κάτι που τοποθετείται στο τέλος του έτους, ή στις αρχές του επόμενου, αν όλα πάνε καλά.

Καμία δημοσίευση για προβολή