Στεγαστικά δάνεια: Νέα όρια και «κόφτες» – Όλες οι αλλαγές για τους δανειολήπτες

Ο αδήλωτος «αέρας» κάνει το Δημόσιο συνιδιοκτήτη σε χιλιάδες πολυκατοικίες, καθώς αποτελεί απειλή για την περιουσία χιλιάδων ιδιοκτητών

Πλαφόν στο ύψος των στεγαστικών δανείων σε σχέση με την εμπορική αξία του ακινήτου, καθώς στη μηνιαία δόση που θα πληρώνουν οι δανειολήπτες, επέβαλε με απόφασή της η Τράπεζα της Ελλάδος (ΤτΕ).

Ειδικότερα, σύμφωνα με τα όσα ανακοίνωσε η ΤτΕ, το ύψος του δανείου που μπορεί να εξασφαλίσει κάποιος δεν θα πρέπει να ξεπερνά το 80% της εμπορικής αξίας του ακινήτου ή το 90% εάν είναι νέος αγοραστής.

Επίσης, το ποσό της μηνιαίας δόσης για την αποπληρωμή του δανείου δεν θα πρέπει να υπερβαίνει το 40% του διαθεσίμου εισοδήματος ή το 50% εάν πρόκειται για νέο αγοραστή.

Γιατί έγιναν αυτές οι αλλαγές στα στεγαστικά δάνεια
Με τα νέα μέτρα που ανακοινώθηκαν και τα οποία θα τεθούν σε εφαρμογή την 1η Ιανουαρίου 2025, επί της ουσίας «πριμοδοτούνται» όσοι/ες παίρνουν για πρώτη φορά στεγαστικό δάνειο, με στόχο να διευκολυνθούν και να ενθαρρυνθούν για την απόκτηση ακινήτου.

Άλλωστε, σύμφωνα με τα στοιχεία της Eurostat, το διαθέσιμο εισόδημα στην Ελλάδα εξακολουθεί να είναι μειωμένο κατά 25% σε πραγματικούς όρους σε σχέση με το 2010, παρά τους ρυθμούς ανάπτυξης της οικονομίας. Την ίδια ώρα, τα έξοδα στέγασης στην Ελλάδα αναλώνουν το 34,2% του διαθέσιμου εισοδήματος, ενώ ο ευρωπαϊκός μέσος όρος βρίσκεται στο 19,6%. Μάλιστα, το 26,7% των νοικοκυριών στην Ελλάδα χρησιμοποιεί περισσότερα από το 40% των εισοδημάτων του για έξοδα στέγασης, την ώρα που το ποσοστό αυτό στην ΕΕ βρίσκεται στο 8,7%.

Αξίζει να σημειωθεί ότι ανάλογα όρια εφαρμόζονται σε πληθώρα ευρωπαϊκών χωρών, ενώ στην Ελλάδα υιοθετούνται για πρώτη φορά.

Το πρώτο μέτρο για τα στεγαστικά δάνεια αποσκοπεί στο να λειτουργήσει ως ανάχωμα σε τυχόν μείωση των εμπορικών τιμών των ακινήτων, που θα έθετε σε κίνδυνο τα δάνεια αυτά.

Το δεύτερο μέτρο έχει ως στόχο την αποτροπή του υπερδανεισμού.

Οι εξαιρέσεις

Σύμφωνα με τη σχετική Πράξη της Εκτελεστικής Επιτροπής της ΤτΕ, τα παραπάνω μακροπροληπτικά μέτρα δεν εφαρμόζονται σε μη εξυπηρετούμενα δάνεια και σε δάνεια υπό καθεστώς ρύθμισης (κατά την έννοια των άρθρων 47α και 47β αντίστοιχα του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου), σε δάνεια και λοιπές πιστώσεις που συνδέονται με προγράμματα εθνικής στεγαστικής πολιτικής ή πράσινης μετάβασης, τα οποία διέπονται από ειδικότερους όρους και προϋποθέσεις (όπως π.χ. το πρόγραμμα «Σπίτι Μου»), καθώς επίσης σε μεταβιβαζόμενα χαρτοφυλάκια από εταιρείες διαχείρισης απαιτήσεων από δάνεια και πιστώσεις του ν. 5072/2023.

Επίσης, δίνεται η δυνατότητα εκταμίευσης δανείων και λοιπών πιστώσεων καθ’ υπέρβαση των ανώτατων επιτρεπόμενων ορίων DSTI-O και LTV-O. Η υπέρβαση ανά δείκτη δύναται να ανέρχεται σε ποσοστό έως 10% του συνολικού αριθμού των δανείων και λοιπών πιστώσεων που εγκρίνονται και έχουν έστω εν μέρει εκταμιευθεί εντός έκαστου ημερολογιακού τριμήνου.

Γιατί είναι υποτονική η ζήτηση για στεγαστικό δάνειο

Παράλληλα, τα μέτρα αυτά αποσκοπούν στην αναθέρμανση ή έστω στήριξη της σημερινής ζήτησης, η οποία παρέμεινε υποτονική το 2023.

Ενδεικτικά, το περασμένο έτος οι νέες εκταμιεύσεις δεν ξεπέρασαν το 1,3 δισ. ευρώ, την ώρα που την περίοδο προ της οικονομικής κρίσης βρίσκονταν στα 12 δισ. ευρώ (2005-2007).

Πλέον, τα υπόλοιπα των στεγαστικών δανείων έχουν υποχωρήσει στα 28 δισ. ευρώ, ενώ το υψηλότερό τους σημείο καταγράφηκε το 2010 με υπόλοιπα 80 δισ. ευρώ.

Τραπεζικές πηγές αποδίδουν τη μειωμένη ζήτηση για στεγαστικά δάνεια στα πολύ υψηλά επιτόκια, στη μεγάλη άνοδο των τιμών στα ακίνητα, παράγοντες που, σε συνδυασμό με τον πληθωρισμό, έχουν «στεγνώσει» την αγοραστική δύναμη των νοικοκυριών τα οποία «φοβούνται» να προχωρήσουν σε «ανοίγματα».

Καμία δημοσίευση για προβολή