Τι θα σήμαινε για Ελλάδα και Τουρκία μια εκλογή Μπάιντεν; Η παλιά σχέση οργής με τον Ερντογάν, οι Κούρδοι, και το τουρκικό λόμπι στην Ουάσιγκτον

Μπίαντεν Ερντογάν

Η χθεσινή παρέμβαση Μπάιντεν κόντρα στην επιθετική, και αναθεωρητική, πολιτική της Τουρκίας στην ανατολική Μεσόγειο δεν ήταν έκπληξη. Οσοι παρακολουθούν την γεωπολιτική γραμμή μεταξύ Αγκυρας και Ουάσιγκτον γνωρίζουν καλά την, διαχρονική, σχέση οργής ανάμεσα στον Τζο Μπάιντεν και τον Ταγίπ Ερντογάν.

Ηταν μόλις τον περασμένο Αύγουστο όταν η κυκλοφορία ενός βίντεο στο οποίο ο Τζο Μπάιντεν έδινε συνέντευξη στην διευθυντική ομάδα των New York Times, είχε προκαλέσει κεραυνούς από το επιτελείο Ερντογάν και το προεδρικό σύστημα της Αγκυρας.

O “αυτοκράτωρ” Ερντογάν και η έκρηξη του Ιμπραίμ Καλίν

Σ’ εκείνη την συνέντευξη, ο υποψήφιος των Δημοκρατικών για την προεδρία των ΗΠΑ είχε αποκαλέσει τον τούρκο πρόεδρο «αυτοκράτορα» και είχε δηλώσει ορθά-κοφτά πως θα στηρίξει τους πολιτικούς του αντιπάλους για να χάσει ο Ερντογάν τις εκλογές. Κι όταν είχε ερωτηθεί για το τι θα έκανε εκείνος, στην θέση του Τραμπ, στο θέμα της Συρίας είχε απαντήσει:  «Το τελευταίο πράγμα που θα είχα κάνει θα  ήταν να παραδώσω στον Ερντογάν τους Κούρδους».

Τότε, ο «αντ΄αυτού» του Ερντογάν, ο εκπρόσωπος της τουρκικής προεδρίας Ιμπραίμ Καλίν είχε καταγγείλει τον Μπάιντεν, είχε πει πως οι δηλώσεις του “βασίζονται σε πλήρη άγνοια, αλαζονεία και υποκρισία και τον είχε προειδοποιήσει πως «θα πληρώσει το τίμημα».

Δεν ήταν το μόνο, ούτε το πρώτο θερμό επεισόδιο στις σχέσεις Μπάιντεν – Ερντογάν.  Το 2014, ως αντιπρόεδρος της κυβέρνησης Ομπάμα, ο Τζο Μπάιντεν είχε αναγκαστεί να ζητήσει δημόσια από συγγνώμη από την Αγκυρα, εξ ονόματος του Λευκού Οίκου, επειδή είχε δηλώσει πως ο Ερντογάν αναγνώρισε ότι η Τουρκία είχε «ανοίξει» το έδαφός της για να περνούν τρομοκράτες στην Συρία και το Ιράκ.

Μια σχέση οργής και δυσπιστίας

Η τάση του Μπάιντεν να λέει πάντα, ανοιχτά, ό,τι είχε στο μυαλό του για την Τουρκία υπήρξε συχνά πηγή εντάσεων στις σχέσεις του Ερντογάν με την κυβέρνηση Ομπάμα. Και τα τελευταία χρόνια, αξιοποιήθηκε ιδιαιτέρως, στις θεωρίες της Αγκυρας περί αμερικανικής ανάμειξης στο αποτυχημένο πραξικόπημα του 2016.

Όμως, η δυσπιστία μεταξύ Ερντογάν και Μπάιντεν υπερβαίνει κατά πολύ την επιθετική ρητορική. Διότι η μεγαλύτερη πηγή ανησυχίας για την Αγκυρα είναι οι άκρως αντίθετες θέσεις από εκείνες της Τουρκίας που έχει ο υποψήφιος των Δημοκρατικών σε μια σειρά από κορυφαία, και θερμά γεωπολιτικά ζητήματα – όπως η συμπάθεια, που δεν έκρυψε ποτέ, για τους Κούρδους του Ιράκ και της Συρίας.

Ο Τζο Μπάιντεν ήταν, άλλωστε, ο μόνος ίσως αμερικανός πολιτικός που το 2006 είχε ταχθεί υπέρ της διαίρεσης του Ιράκ με βάση τις θρησκευτικές και εθνοτικές γραμμές – ήτοι, είχε ταχθεί υπέρ της δημιουργίας κουρδικού κράτους στοχεύοντας ακριβώς στους χειρότερους πολιτικούς εφιάλτες της Τουρίας.

Κι εάν ο Μπάιντεν εκλεγεί Πρόεδρος;

Το ερώτημα είναι εάν αυτό το παρελθόν του Τζο Μπάιντεν προδικάζει και το μέλλον. Και, κυρίως, τον μελλοντικό ρόλο των ΗΠΑ στα ελληνοτουρκικά και την ανατολική Μεσόγειο, στην περίπτωση που ο Τζο Μπάιντεν εκλεγεί πρόεδρος στις 3 Νοεμβρίου.

Εδώ, οι απαντήσεις μάλλον είναι αρκετά σύνθετες.

«Επί διακυβέρνησης Τραμπ, η Τουρκία έχει προσωποποιήσει την σχέση της με τις ΗΠΑ. Ο Ερντογάν παίρνει τηλέφωνο τον Τραμπ και εκείνος παγώνει τις κυρώσεις με την Αγκυρα», λέει χαρακτηριστικά στο Bloomberg ο Ααρον Στάιν, διευθυντής ερευνών του Foreign Policy.

Αυτό το τηλεφώνημα μάλλον θα γίνει πιο δύσκολα, κι ακόμη πιο δύσκολα θα λειτουργήσει σε μια κυβέρνηση Μπάιντεν.

Όμως, όπως επισημαίνει ο ίδιος, οι γεωπολιτικές προτεραιότητες των ΗΠΑ έχουν συνέχεια. Και η ανησυχία «να μην χαθεί η Τουρκία» ή να μην οδηγηθεί στην «αγκαλιά» του Πούτιν, πιθανώς θα υπερισχύει του θερμού θυμικού του Τζο Μπάιντεν, εάν και εφόσον βρεθεί στο Οβάλ Γραφείο.

Ο Μπάιντεν και το τουρκικό λόμπι της Ουάσιγκτον

Οι σχέσεις του με τον ίδιο τον Ερντογάν, άλλωστε, μπορεί να είναι εκρηκτικές, δεν ισχύει όμως απαραιτήτως το ίδιο και για την σχέση του με το τουρκικό λόμπι στην Ουάσιγκτον.

Το καλοκαίρι, ο Τζο Μπάιντεν ενέταξε στο προεκλογικό του επιτελείο τον τουρκικής καταγωγής Ελβίρ Κλέμπιτς, στενό συνεργάτη της οικογένειας Ερντογάν και μέχρι πρότινος εκτελεστικό διευθυντή του Οργανισμού Τουρκικής Κληρονομιάς. Προερχόμενος από την Βοσνία, ο Κλέμπιτς, έχει οργώσει την Αμερική κάνοντας καμπάνια για να πείσει ότι δεν υπήρξε ποτέ γενοκτονία των Αρμενίων.

Ενας από τους μεγαλύτερους δωρητές επίσης της καμπάνιας των Δημοκρατικών  και του ίδιου του Μπάιντεν είναι ο Μουράτ Γκιουζέλ. Πρόκειται για τον άνθρωπο που είχε ερευνηθεί από τις αρχές του FBI μετά τις εκλογές του 2016 διότι φέρετο να δίνει πλήρη αναφορά των τεκτενόμενων στην καμπάνια των Δημοκρατικών στον Μπεράτ Αλμπαϊράκ, γαμπρό του Ερντογάν και νυν υπουργό Οικονομικών της Τουρκίας.

Τότε, ο Γκιουζέλ είχε χορηγήσει με σχεδόν 300.000 δολάρια επιτροπές που στήριζαν την υποψηφιότητα της Χίλαρι Κλίντον. Σήμερα παραμένει στο Δημοκρατικό Κόμμα με νέες χορηγίες, έχει κάνει προσωπικές συναντήσεις με τον Μπάιντεν, και δίνει αλλεπάλληλες συνεντεύξεις στα τουρκικά media επιχειρώντας να πείσει πως όσα είπε ο υποψήφιος των Δημοκρατικών στην επίμαχη συνέντευξη στους New York Times δεν θα χαρακτηρίσουν και την θητεία του στον Λευκό Οίκο εάν εκλεγεί πρόεδρος.

Καμία δημοσίευση για προβολή