Θοδωρής Καλούδης

Γιατί ο Ανδρουλάκης εύχεται να πάρει αυτοδυναμία στις προσεχείς εκλογές ο Μητσοτάκης

To βράδι των εκλογών της 21ης Μαΐου, ο Νίκος Ανδρουλάκης εμφανίστηκε στη Χαριλάου Τρικούπη λίγο-πολύ ως ο θριαμβευτής της αναμέτρησης. Το ΠΑΣΟΚ είχε κερδίσει 11,46% της εμπιστοσύνης των πολιτών, από 8,1% το 2019, αυξάνοντας 41% τη δύναμη του. Αλλά παρέμεινε τρίτο κόμμα, μακριά από τον καταποντισμένο ΣΥΡΙΖΑ. Οι ειδικοί λένε πως ο κ. Ανδρουλάκης κατάφερε και επαναπάτρισε από τον ΣΥΡΙΖΑ αρκετούς μετανάστες κεντροαριστερούς ψηφοφόρους του παλιού ΠΑΣΟΚ, αλλά είχε απωλέσει προς τη ΝΔ (μάλλον οριστικά)  κλασικούς κεντρώους “νοικοκύρηδες” της λεγόμενης Δημοκρατικής Παράταξης.

Αν και πολύ μακριά από τις πρώτες δημοσκοπήσεις μετά την εκλογή του στην προεδρία του κόμματος, η θριαμβολογία του κ. Ανδρουλάκη προφανώς απηχούσε την ανακούφιση του νεαρού ηγέτη μετά από σειρά απογοητευτικών δημοσκοπήσεων που έφεραν το ΠΑΣΟΚ στα όρια του 10%. Με αυτή την έννοια, το 11,46% μπορεί να θεωρηθεί (με μια σχετική επιείκεια) και “επιτυχία”, ιδίως όταν ο σφετεριστής της παράταξης και των συμβόλων της, Αλέξης Τσίπρας, υπέστη δεινή ήττα.

Μετά ταύτα η (ανανεωμένη αλλά “άγουρη” ακόμα) ηγεσία του ΠΑΣΟΚ, έθεσε στόχο τη θέση της αξιωματικής αντιπολίτευσης, κηρύσσοντας διμέτωπο αγώνα κατά ΝΔ και ΣΥΡΙΖΑ. Μπορεί να πετύχει αυτό το ορόσημο στις εκλογές της 25ης Ιουνίου;

Αν και εξαιρετικά δύσκολο, θα μπορούσε ενδεχομένως να πλησιάσει σε απόσταση αναπνοής τον ΣΥΡΙΖΑ, υπό την προϋπόθεση ότι θα εμφανίσει μια αξιόπιστη “κυβερνητική” πλατφόρμα και θα αποφύγει τον ανέξοδο “λαϊκισμό”, μια βασική αιτία καταδίκης του κόμματος του κ. Τσίπρα.

Και τις δύο αυτές προϋποθέσεις, ο κ. Ανδρουλάκης δεν μας έχει πείσει (στην προεκλογική αυτή περίοδο, τουλάχιστον) ότι μπορεί να τις διαχειριστεί με επάρκεια. Πρώτον, “λαϊκίζει” άτσαλα, ανταγωνιζόμενος τον μετρ του είδους κ. Τσίπρα, τη στιγμή που επαγγέλλεται τη σοβαρή εναλλακτική αντιπολιτευτική λύση (λάθος πολιτικό marketing, δηλαδή, αν επιδιώκει να απευθυνθεί και στους κεντρώους που κατέφυγαν στη ΝΔ). Δεύτερον, η βασική του πολιτική πρόταση προς το εκλογικό σώμα δεν έχει τα στοιχεία της κυβερνησιμότητας (βασικό στοιχείο του DNA του ΠΑΣΟΚ) αλλά την προφανή επιλογή της πάση θυσία παραμονής στην αντιπολίτευση.

Τι μας λέει, με δυο λόγια, ο κ. Ανδρουλάκης; “Αν ο Μητσοτάκης δεν έχει 151 βουλευτές, ας κόψει το κεφάλι του να βρει τσόντα από τα δεξιά του ή ας πάει σε νέες εκλογές, εγώ δεν συνεργάζομαι μαζί του”. Η άποψη αυτή και προδίδει κομματική ιδιοτέλεια (κάνω καραμπίνα απέναντι στις ευθύνες και αυγαταίνω δυνάμεις στην αντιπολίτευση) και βρίσκεται εκτός ευρωπαϊκής αντίληψης πολιτικών συνεργασιών κομμάτων με συμπληρωματικά ή και διαφορετικά “κυβερνητικά” προγράμματα και προηγούμενη σκληρή αντιπαράθεση στις εκλογές (π.χ. Γερμανία). Δεν μπορεί ο αρχηγός του ΠΑΣΟΚ (συνεχιστής στην ηγεσία προσωπικοτήτων όπως ο Ανδρέας Παπανδρέου, ο Κώστας Σημίτης, ο Ευάγγελος Βενιζέλος) να εμφανίζεται κατώτερος των περιστάσεων και να εναλλάσσει  ρόλους Ευρωπαίου ή παλαιοκομματικού κατά το δοκούν. Δεν μπορεί να δείχνει ότι δεν ανησυχεί αν η χώρα θα έχει κυβέρνηση στις 26 Ιουνίου. Δεν μπορεί να βολεύεται στον ανταγωνισμό της μικρής πολιτικής πίστας, αγνοώντας τη δυνατότητα να συμμετέχει στη διαμόρφωση της εθνικής προοπτικής.

Με την τακτική του αυτή ο κ. Ανδρουλάκης μας λέει ότι εύχεται να πάρει αυτοδυναμία στις προσεχείς εκλογές ο Κυριάκος Μητσοτάκης, “για να έχει το κεφάλι του ήσυχο”. Η στάση αυτή όμως είναι ορατή από το εκλογικό σώμα το οποίο έχει να επιλέξει: από τη μια έναν αποτυχημένο και έναν (κομματικά) ιδιοτελή και από την άλλη έναν πολιτικό που οι περισσότεροι τον θεωρούν ως το καταλληλότερο πρωθυπουργό.

Έτσι, πιθανότατα, οι εκλογές της 25ης Ιουνίου να έχουν τη φορά αυτή δύο χαμένους: Τον Αλέξη Τσίπρα που κινδυνεύει να “φάει” πάλι “νταμπλ σκορ”. Και τον Νίκο Ανδρουλάκη που δεν θα έχει πλησιάσει καν τον στόχο του στο ματς της αντιπολίτευσης. Τελικά, τίποτα δεν είναι τυχαίο…

 

 

 

 

Καμία δημοσίευση για προβολή