Η ελληνική οικονομία αναμένεται να υπεραποδώσει και το 2024. Οι εκτιμήσεις της Τράπεζας της Ελλάδος

Αύξησαν τα επιτόκια χορηγήσεων οι τράπεζες διατηρώντας αμετάβλητα τα επιτόκια καταθέσεων, σύμφωνα με τα στοιχεία από την Τράπεζα της Ελλάδος

Η ελληνική οικονομία αναμένεται να υπεραποδώσει το 2024, όπως και το 2023, παρά τη δυσμενή διεθνή συγκυρία. Σχετική αύξηση του ρυθμού ανάπτυξης το 2024, στο 2,5% από 2,4% το 2023, προβλέπει η Τράπεζα της Ελλάδος. Η Κομισιόν προβλέπει ότι το ΑΕΠ της Ελλάδας θα αυξηθεί 2,3%, ενώ με τον κρατικό προϋπολογισμό ο πήχης μπαίνει ακόμη πιο ψηλά, στο 2,9%. Η Κεντρική Τράπεζα αναδεικνύει ως μείζονα κίνδυνο για την Ελληνική οικονομία ενδεχόμενη  επιδείνωση της γεωπολιτικής κρίσης στην Ουκρανία και στη Μέση Ανατολή.

Η απόδοση της Ελληνικής οικονομίας το 2024 θεωρείται εξαιρετικά ενδιαφέρουσα και έτσι αξιολογείται στα διεθνή fora σε μια περίοδο που  συνολικά για το 2024 οι προσδοκίες στην Ευρωζώνη είναι περιορισμένες, με την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα να προβλέπει για το 2924 ελαφρά μόνο υψηλότερο ρυθμό ανάπτυξης στην Ευρωζώνη σε σχέση με το 2023 (0,8% έναντι 0,6%). Σύμφωνα με την πρόβλεψη της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, που έγινε τον Νοέμβριο του 2023, η ανάπτυξη στην Ευρωπαϊκή Ένωση θα φθάσει το 2024 στο 1,2%.

Οι εκτιμήσεις της Τράπεζας της Ελλάδος

Στη σχετική εκτίμηση, που είχε ήδη διατυπώσει στην έκθεση νομισματικής πολιτικής τον περασμένο μήνα, επανήλθε η ΤτΕ σε ενημερωτικό σημείωμά της προς ξένους θεσμικούς επενδυτές, οίκους αξιολόγησης και κεντρικές τράπεζες, την Παρασκευή. Σύμφωνα με την ανάλυση της Κεντρικής Τράπεζας, η βασική διαφοροποίηση των εκτιμήσεων της με αυτές της κυβέρνησης οφείλεται στις επενδύσεις, αφού η κεντρική τράπεζα προβλέπει αύξησή τους κατά 11,9% και η κυβέρνηση κατά 15,1%. Για το 2025, η κεντρική τράπεζα προβλέπει ότι ο ρυθμός ανάπτυξης θα διατηρηθεί στο 2,5% και το 2026 θα υποχωρήσει ελαφρώς στο 2,3%.

Η επιτάχυνση των επενδύσεων, εν μέρει μέσω της κινητοποίησης των διαθέσιμων ευρωπαϊκών πόρων, συνιστά, άλλωστε, μία από τις βασικές βραχυπρόθεσμες προκλήσεις, σύμφωνα με την ανάλυση της Κεντρικής Τράπεζας. Οι άλλες είναι ο έλεγχος του πληθωρισμού, η αντιμετώπιση των ελλείψεων εργατικού δυναμικού, ο σχεδιασμός στρατηγικών για την προσαρμογή στην κλιματική αλλαγή, η εξασφάλιση της ενεργειακής επάρκειας μέσω επενδύσεων στην καθαρή ενέργεια, η αποκατάσταση της δημοσιονομικής βιωσιμότητας και η αποτελεσματική διαχείριση των μη εξυπηρετούμενων δανείων.

Διατήρηση των πρωτογενών πλεονασμάτων

Μεσοπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα, οι προκλήσεις περιλαμβάνουν τη διατήρηση των πρωτογενών πλεονασμάτων σε μακρύ χρονικό ορίζοντα για τη διασφάλιση της βιωσιμότητας του δημοσίου χρέους, την εφαρμογή διαρθρωτικών αλλαγών για την υποστήριξη της μακροπρόθεσμης ανάπτυξης, την αντιμετώπιση του ελλείμματος τρεχουσών συναλλαγών, μέσω της ενίσχυσης της ανταγωνιστικότητας της οικονομίας, την επιτάχυνση των μεταρρυθμίσεων και των ιδιωτικοποιήσεων, για την προσέλκυση ξένων επενδύσεων και την προώθηση της καινοτομίας.

Στο δημοσιονομικό μέτωπο, οι προβλέψεις της κεντρικής τράπεζας ταυτίζονται με αυτές της κυβέρνησης: Προβλέπεται πρωτογενές πλεόνασμα γενικής κυβέρνησης 1,1% του ΑΕΠ το 2023 και 2,1% του ΑΕΠ το 2024, σύμφωνα με τους στόχους του προϋπολογισμού του 2024.

Τα έργα του Ταμείου Ανάκαμψης

Σχολιάζοντας την πορεία εκτέλεσης των έργων του Ταμείου Ανάκαμψης, οι αναλυτές της κεντρικής τράπεζας παρατηρούν ότι ενώ η έγκριση των επιλέξιμων έργων παρουσιάζει πρόοδο, οι εκταμιεύσεις στις επιχειρήσεις προχωρούν με βραδύτερο ρυθμό. Συγκεκριμένα:
  • Από τα 7,4 δισ. ευρώ των επιχορηγήσεων που έχουν εισπραχθεί, 1,95 δισ. ευρώ έχουν διοχετευθεί στις επιχειρήσεις έως τα μέσα του 2023. Αλλα 2,8 δισ. μεταβιβάστηκαν σε άλλους κρατικούς φορείς.
  • Από τα 7,3 δισ. ευρώ των δανείων που έχουν εισπραχθεί, 1,3 δισ. ευρώ είχε διατεθεί στις επιχειρήσεις έως το τέλος του 2023.

Προσήλωση στη δημοσιονομική πειθαρχία

Σύμφωνα με την ανάλυση βιωσιμότητας χρέους της τράπεζας, οι κίνδυνοι παραμένουν ελεγχόμενοι μεσοπρόθεσμα, ωστόσο, μακροπρόθεσμα είναι αυξημένοι, καθώς τα δάνεια του επίσημου τομέα θα υποκαθίστανται σταδιακά από άλλα, σε όρους αγορών, και συνεπώς θα αυξάνεται η έκθεση σε αρνητικά σοκ. Επομένως, επισημαίνεται, απαιτείται αυστηρή προσήλωση στη δημοσιονομική πειθαρχία.

Θεόδωρος Πελαγίδης: Καταγράφεται ανάκαμψη των επενδύσεων

Παράλληλα  ο υποδιοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος, καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Πειραιά Θεόδωρος Πελαγίδης, μιλώντας στο Πρώτο Πρόγραμμα δήλωσε ότι η ελληνική οικονομία καταγράφει ανάκαμψη των επενδύσεων από το εξωτερικό και μεγάλη βελτίωση στο ισοζύγιο πληρωμών και γίνεται πιο παραγωγική, πιο εξωστρεφής, πιο βιομηχανική.
Ο κ. Πελαγίδης ανέφερε ότι υπάρχει μεγάλη βελτίωση στο ισοζύγιο καυσίμων και η οικονομία παρουσιάζει μια δυναμική η οποία αναμένεται να διατηρηθεί και τα επόμενα χρόνια, λόγω και των ευρωπαϊκών κεφαλαίων. Υπάρχει μια στροφή του παραγωγικού μοντέλου της χώρας η οποία γίνεται πιο παραγωγική, πιο εξωστρεφής, πιο βιομηχανική, είπε ο υποδιοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος. Ανέφερε επίσης ότι η στασιμότητα των αγορών της Ευρώπης, κυρίως της Γερμανίας που είναι ο μεγαλύτερος εμπορικός εταίρος αλλά και της Γαλλίας και της Ιταλίας ίσως επηρεάζει τις ελληνικές εξαγωγές και είναι κάτι που θα πρέπει να παρακολουθούμε. Είναι πάντως ένα δείγμα ότι η ελληνική οικονομία γίνεται πιο εξωστρεφής.

Ο κ. Πελαγίδης υπογράμμισε ότι τα χρήματα που είναι διαθέσιμα για την ελληνική οικονομία από την Ευρώπη είναι πολύ σημαντικά, αλλά οι εισροές από το Ταμείο Ανάκαμψης θα σταματήσουν το 2027 και τούτο σημαίνει ότι θα πρέπει να αξιοποιηθούν ώστε η οικονομία να διατηρήσει τη δυναμική της. Στην Ελλάδα έχουν δημιουργηθεί οι θεσμοί και οι διαδικασίες για να συμβεί αυτό, είπε ο κ. Πελαγίδης και ανέφερε ότι ο ρυθμός ανάπτυξης το 2024 πιθανόν να κυμανθεί στο 2,5%, από 2,3 που αναμένεται να διαμορφωθεί για το 2023.

Ο υποδιοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος απαντώντας σε ερώτηση σχετικά με τη συγκέντρωση του τραπεζικού δανεισμού κατά ένα μεγάλο ποσοστό ένα μικρό αριθμό μεγάλων επιχειρηματικών ομίλων, είπε ότι πράγματι είναι δυσκολότερο για τις μικρές και τις πολύ μικρές επιχειρήσεις να έχουν πρόσβαση σε δανεισμό, αλλά από την άλλη πλευρά, το χρήμα τελικά διαχέεται στην αγορά, μέσω των υπεργολαβιών, κάτι που ήδη γίνεται, αλλά μπορεί να γίνει ακόμα περισσότερο.

Ο κ. Πελαγίδης τόνισε επίσης ότι υπάρχει και η επιχειρηματολογία των «εθνικών πρωταθλητών», ότι είναι σημαντικό να υπάρχουν μεγάλοι παίκτες που θα μπορούν να ανοιχτούν στις διεθνείς αγορές μιας και η ελληνική αγορά είναι μικρή.

Καμία δημοσίευση για προβολή