Πώς Τουρκία και Ρωσία διαρκώς κάνουν λάθος υπολογισμούς σχετικά με τις προθέσεις της Ουάσινγκτον

Αναβλήθηκε για μεταγενέστερη ημερομηνία η επίσκεψη του Βλαντιμίρ Πούτιν στην Τουρκία

Η Άγκυρα μετά το «ναι» στην ένταξη της Σουηδίας στο ΝΑΤΟ, επιχείρησε να σπινάρει την όλη υπόθεση ως μια μεγάλη διπλωματική νίκη του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν. Όπως εξήγησε αναλυτικά το economico.gr, τα πράγματα δεν ήταν καθόλου έτσι.

Γενικά, όπως επισημαίνει σε πρόσφατο άρθρο του ο Μάικλ Ρούμπιν, τόσο η Άγκυρα όσο και η Μόσχα είναι… επιρρεπείς στον να μην υπολογίζουν σωστά τις θέσεις, τις προθέσεις και τις διαθέσεις της Ουάσινγκτον, με αποτέλεσμα συχνά να μπαίνουν σε διαδικασίες από τις οποίες χρειάζονται πολλές μανούβρες και ξόδεμα μεγάλου διπλωματικού και όχι μόνο κεφαλαίου για να ξεμπλέξουν. Κυρίως, διότι δεν αντιλαμβάνονται πώς λειτουργεί το πολιτικό σύστημα στις ΗΠΑ – με όλα τα στραβά κι ανάποδά του.

Οι άσχημες εκπλήξεις

Ο Ρούμπιν σημειώνει ότι ο Ρώσος πρόεδρος Βλαντίμιρ Πούτιν υπολόγισε λάθος όταν πριν από περίπου 500 ημέρες διέταξε τις ρωσικές δυνάμεις να εισβάλλουν στην Ουκρανία. Υπερεκτίμησε την ικανότητα της Ρωσίας να αποκεφαλίσει την ουκρανική κυβέρνηση και να καταλάβει το Κίεβο μέσα σε λίγες ημέρες και υποτίμησε την αμερικανική αποφασιστικότητα να στηρίξει την Ουκρανία. Ο πρόεδρος Τζο Μπάιντεν και οι κορυφαίοι σύμβουλοί του μπορεί να δίστασαν, αλλά το Κογκρέσο αποτίναξε την αδράνειά του και έθεσε σε ταχεία εφαρμογή τη βοήθεια για την Ουκρανία.

Ο Πούτιν δεν είναι ο μόνος που απέτυχε να προβλέψει τη στάση και τις ενέργειες της αμερικανικής κυβέρνησης. Ο Τούρκος πρόεδρος Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν κάνει συνεχώς λάθος στην Ουάσινγκτον. Κυριολεκτικά τα έχασε όταν η αγορά των S-400 οδήγησε στην αποπομπή της Τουρκίας από το πρόγραμμα του μαχητικού F-35. Η απογοήτευσή του μεγάλωσε καθώς οι διαδοχικές κυβερνήσεις, τόσο των Δημοκρατικών όσο και των Ρεπουμπλικάνων δεν θέλησαν να αποσυνδεθούν από την υποστήριξη προς τους Κούρδους της Συρίας, τους οποίους ο Ερντογάν επιμένει ότι είναι αντιτουρκικοί τρομοκράτες.

Πρόσβαση

Δεν είναι θέμα ανδρών ή χρημάτων. Η Ρωσία και η Τουρκία διατηρούν μερικές από τις μεγαλύτερες πρεσβείες στην Ουάσινγκτον με βάση τον αριθμό των υπαλλήλων. Το ίδιο ισχύει και για το γεγονός ότι και οι δύο έχουν καλλιεργήσει ανώτερους Αμερικανούς αξιωματούχους που μπορούν να ψιθυρίζουν στο αυτί του προέδρου. Ο στρατηγός Μάικλ Φλιν, ο οποίος διορίστηκε Σύμβουλος Εθνικής Ασφαλείας του προέδρου Ντόναλντ Τραμπ, κάθισε δίπλα στον Πούτιν σε επίσημο δείπνο στη Μόσχα το 2015, για το οποίο εισέπραξε επίσης τιμητική αμοιβή 45.000 δολαρίων.

Το Αμερικανοτουρκικό Συμβούλιο, εν τω μεταξύ, έκανε πρόεδρό του τον στρατηγό Τζέιμς Τζόουνς, σύμβουλο εθνικής ασφάλειας του προέδρου Μπαράκ Ομπάμα. Τόσο η Ρωσία όσο και η Τουρκία ξοδεύουν επίσης αφειδώς, αν και η ικανότητα της Ρωσίας να το κάνει αυτό μετά τον πόλεμο στην Ουκρανία έχει μειωθεί σημαντικά. Το 2019, για παράδειγμα, η Ρωσία ξόδεψε περισσότερα από 43 εκατομμύρια δολάρια για να προωθήσει την εικόνα της και να πείσει για τα επιχειρήματά της.

Δεν αρκεί το χρήμα

Η Τουρκία ξόδεψε επισήμως μόνο το ένα δέκατο αυτού, αν και επίσης επανειλημμένα παρακάμπτει διατάξεις του νόμου των ΗΠΑ περί καταγραφής ξένων πρακτόρων, μια πραγματικότητα που έχει φέρει σε δύσκολη θέση, αν όχι οδηγήσει σε νομικά μπλεξίματα πολλές φιλοτουρκικές δεξαμενές σκέψης. Το γεγονός ότι τα ρωσικά και τα τουρκικά χρήματα δεν έχουν γλυτώσει καμία από τις δύο χώρες απέναντι στις συνέπειες των πράξεών τους αντικατοπτρίζει ότι τα χρήματα δεν αγοράζουν πάντα επιρροή. Μερικές φορές, οι αρχές κερδίζουν. Η Αρμενία, η Κύπρος και η Ελλάδα ξοδεύουν ένα κλάσμα από αυτό που ξοδεύει η Τουρκία, αλλά σήμερα έχουν πολύ μεγαλύτερη επιρροή.

Όταν ο Πούτιν και ο Ερντογάν αναλογίζονται γιατί αποτυγχάνουν συνεχώς να κερδίσουν την Ουάσιγκτον, ακόμη και όταν πλευρίζουν με επιτυχία τον πρόεδρο, θα πρέπει να καταλάβουν την κατοπτρική απεικόνιση. Ίσως ο καλύτερος παρατηρητής αυτού του φαινομένου ήταν ο Ανατόλι Ντομπρίνιν, ο επί μακρόν πρεσβευτής της Σοβιετικής Ένωσης στις Ηνωμένες Πολιτείες. Ο Ντομπρίνιν έφθασε στην Ουάσιγκτον το 1962, καθώς η κρίση των πυραύλων της Κούβας διαφαινόταν. Παρέμεινε στη θέση του συνεχώς για σχεδόν ένα τέταρτο του αιώνα, υπηρετώντας ως ο κύριος συνομιλητής της Σοβιετικής Ένωσης με έξι αμερικανικές κυβερνήσεις.

Ο Σοβιετικός πρέσβης

Παρόλο που εκπροσωπούσε την “Αυτοκρατορία του Κακού” και πέρασε τα χειρότερα του Ψυχρού Πολέμου, παρέμεινε ευρέως σεβαστός στην Ουάσιγκτον για τη διπλωματική του ικανότητα και τη διακριτικότητά του. Όχι μόνο γνώριζε κάθε πρόεδρο των ΗΠΑ από τον Κένεντι έως τον Ρέιγκαν, αλλά είχε επίσης ισότιμη πρόσβαση στους σοβιετικούς ηγέτες. Χρωστούσε τη διπλωματική του καριέρα στον Ιωσήφ Στάλιν και γνώριζε προσωπικά τους Νικήτα Χρουστσόφ, Λεονίντ Μπρέζνιεφ, Γιούρι Αντρόποφ, Κωνσταντίν Τσερνένκο και Μιχαήλ Γκορμπατσόφ. Λίγο αργότερα, ο Ψυχρός Πόλεμος έληξε και η Σοβιετική Ένωση κατέρρευσε. Ο Ντομπρίνιν χρησιμοποίησε τη συνταξιοδότησή του ως ευκαιρία για να αναστοχαστεί. Στο βιβλίο In Confidence, αναρωτήθηκε γιατί τόσοι πολλοί σοβιετικοί ηγέτες παρεξηγούσαν τόσο άσχημα τις ΗΠΑ και την πολιτική τους συμπεριφορά.

Οι παρατηρήσεις του Ντομπίνιν είναι ακόμα και σήμερα επίκαιρες. “Η σοβιετική ηγεσία… υποτίμησε τον ρόλο που έπαιζε το αμερικανικό Κογκρέσο στην αμερικανική εξωτερική πολιτική“, εξήγησε. “Αυτό προέκυψε πρώτα απ’ όλα από τη δική τους ασέβεια προς το δικό μας κοινοβούλιο, το Ανώτατο Σοβιέτ των Λαϊκών Αντιπροσώπων, το οποίο ενέκρινε πειθήνια όλες τις αποφάσεις της κομματικής ηγεσίας. Αντίστοιχα, στη Μόσχα πίστευαν ότι η συμφωνία με τον Αμερικανό πρόεδρο ήταν πρωταρχικής και μάλιστα καθοριστικής σημασίας και ότι τα αισθήματα του Κογκρέσου δεν έπρεπε να ληφθούν ιδιαίτερα υπόψη. Ως αποτέλεσμα, το Κογκρέσο επιφύλασσε κάποιες εκπλήξεις, οι οποίες αποδείχθηκαν σκληρά πλήγματα για τις σοβιετοαμερικανικές σχέσεις“.

Ο ρόλος του Κογκρέσου

Εδώ τόσο ο Πούτιν όσο και ο Ερντογάν θα μπορούσαν να προβληματιστούν. Και οι δύο θα μπορούσαν να ψιθυρίσουν “γλυκόλογα” στο αυτί ενός προέδρου και ακόμη, στην περίπτωση του Ερντογάν, να πείσουν τον Τραμπ να συμφωνήσει να σταματήσει να στηρίζει τους Κούρδους της Συρίας, και οι δύο θα μπορούσαν να προσπαθήσουν να τρομοκρατήσουν τον πρόεδρο Τζο Μπάιντεν και τους κορυφαίους βοηθούς του. Ενώ ο Πούτιν και ο Ερντογάν αντιμετωπίζουν τα δικά τους κοινοβούλια μόνο ως σφραγίδες, το Κογκρέσο δεν είναι. Ο πρόεδρος Ομπάμα δικαιολόγησε την υιοθέτηση προεδρικών διαταγμάτων με το παράπονο ότι το Κογκρέσο δεν βοηθούσε. Αυτό που ξέχασε ο Ομπάμα, ωστόσο, είναι ότι ποτέ δεν ήταν δουλειά του Κογκρέσου απλώς να συναινεί απλώς στην ατζέντα του Λευκού Οίκου.

Η δυσλειτουργία της Ουάσινγκτον απογοητεύει τους Αμερικανούς, αλλά οι Ρώσοι και οι Τούρκοι δεν έχουν ιδέα για το πώς λειτουργούν οι δημοκρατίες. Οι Ρώσοι και οι Τούρκοι διπλωμάτες μπορεί να υποστηρίζουν την ηθική και πολιτισμική ισοδυναμία, αλλά εκ του αποτελέσματος αποδεικνύεται ότι κάτι τέτοιο δεν ισχύει. Ενώ κάποιοι ειδήμονες μπορεί να κατηγορούν τις προηγούμενες αμερικανικές κυβερνήσεις ότι προκάλεσαν τη Μόσχα και την Άγκυρα, τέτοιες εξηγήσεις είναι ανοησίες. Η συνεχής αποτυχία του Πούτιν και του Ερντογάν στην Ουάσινγκτον δεν είναι αποτέλεσμα οποιουδήποτε σφάλματος της Ουάσινγκτον, αλλά μάλλον αντανάκλαση της δικής τους μεγαλομανίας και αυταρχισμού.

Καμία δημοσίευση για προβολή