Πρόβλημα παραμένει στην Ελλάδα η αποτελεσματικότητα των υπηρεσιών υγείας και η ανταγωνιστικότητα του ενεργειακού τομέα – Τα νοικοκυριά πληρώνουν το 35,2% του συνόλου των τρεχουσών δαπανών για την υγεία

Πρόβλημα παραμένει η αποτελεσματικότητα των υπηρεσιών υγείας

Σε δύο προκλήσεις για το βιώσιμο και ανθεκτικό μέλλον τόσο της ΕΕ όσο και της ελληνικής οικονομίας δίνει έμφαση η Eτήσια έκθεση 2021 του Εθνικού Συμβουλίου Παραγωγικότητας της Ελλάδας. Αυτό αναφέρεται σε ανακοίνωση του Κέντρου Προγραμματισμού και Οικονομικών Ερευνών και πιο συγκεκριμένα σημειώνονται τα εξής:

Η πρώτη πρόκληση αναφέρεται στην παροχή, την αποτελεσματικότητα και την ανταγωνιστικότητα των υπηρεσιών υγείας, ενώ η δεύτερη αφορά την παραγωγικότητα και την ανταγωνιστικότητα του ενεργειακού τομέα, την ικανότητα να εξασφαλιστεί η ομαλή μετάβαση στην απεξάρτηση από τις εκπομπές άνθρακα και την οικονομική προσιτότητα στην ενέργεια.

Υπηρεσίες Υγείας

Η ανάλυση δείχνει ότι η Ελλάδα έχει μειώσει την αναποτελεσματική χρήση των πόρων στο σύστημα υγείας τα τελευταία έτη, ενώ το σχέδιο Ελλάδα 2.0 μπορεί να ενισχύσει περαιτέρω την ανθεκτικότητα και την αποτελεσματική κατανομή των πόρων. Ωστόσο, η Ελλάδα κατατάσσεται χαμηλά στον δείκτη ανταγωνιστικότητας που σχετίζεται με την υγεία, έχοντας υστέρηση στις δημόσιες δαπάνες για την υγεία, τις υποδομές υγείας και την καθολική κάλυψη υγειονομικής περίθαλψης, λόγω του υψηλού ποσοστού πληρωμών από τα νοικοκυριά, που πληρώνουν 35,2% του συνόλου των τρεχουσών δαπανών για την υγεία.

Ενεργειακός Τομέας

Τα τελευταία έτη, η Ελλάδα εφάρμοσε αρκετές μεταρρυθμίσεις για την εναρμόνιση με περιβαλλοντικούς στόχους, επιτυγχάνοντας μείωση των κατά κεφαλήν εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου (GHG) και της έντασης των εκπομπών GHG από την κατανάλωση ενέργειας, η οποία είναι κάτω από τον μέσο όρο της ΕΕ-27. Επίσης, διεύρυνε τον ανταγωνισμό στην αγορά ενέργειας και έθεσε ως στόχο την απόσυρση όλων των λιγνιτικών μονάδων έως το 2028, αναπτύσσοντας ένα Σχέδιο Δίκαιης Αναπτυξιακής Μετάβασης για τις λιγνιτικές περιοχές.

Στον αντίποδα, οι τιμές ηλεκτρικής ενέργειας και φυσικού αερίου για τα νοικοκυριά, εκφρασμένες σε μονάδες αγοραστικής δύναμης (PPS) στην Ελλάδα, είναι από τις υψηλότερες στην ΕΕ-27. Παράλληλα, το ποσοστό της ενεργειακής φτώχειας παραμένει πολύ πιο υψηλό από τον μέσο όρο της ΕΕ-27, γεγονός που καθιστά την εθνική οικονομία πιο εκτεθειμένη στην πρόσφατη αύξηση των τιμών των ενεργειακών προϊόντων. Ταυτόχρονα, η ελληνική οικονομία παρουσιάζει αυξημένη εξάρτηση από εισαγωγές ενέργειας και πολύ χαμηλότερη ενεργειακή παραγωγικότητα από τον μέσο όρο της ΕΕ-27. Ως εκ τούτου, ο σημαντικός προϋπολογισμός του Σχεδίου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας (περίπου 6 δισεκατομμύρια ευρώ) που διατίθεται σε έργα ενέργειας και πράσινης μετάβασης είναι επιτακτικό να αξιοποιηθεί πλήρως για να εξασφαλιστεί η παροχή προσιτής και καθαρής ενέργειας, αλλά και μία οικονομική ανάπτυξη που θα είναι συμπεριληπτική, ανταγωνιστική και ουδέτερη από εκπομπές άνθρακα.

Ακολουθήστε το στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στο

Καμία δημοσίευση για προβολή