Φυσικό αέριο: Παρελθόν το «υπερόπλο» του Πούτιν – Βαρύ το τίμημα για την Ευρώπη

Πριν από μόλις έξι μήνες, τα ρωσικά μέσα ενημέρωσης κυκλοφόρησαν ένα προπαγανδιστικό βιντεάκι – ένα άκρως δυστοπικό σενάριο – που έδειχνε τους Ευρωπαίους να παγώνουν μέσα στον χειμώνα και να μαγειρεύουν τα κατοικίδιά τους (!), σε ένα δυστοπικό μέλλον χωρίς ορυκτά καύσιμα που τους προμηθεύει η Ρωσία.

Περισσότερο από ένα χρόνο μετά την έναρξη του πολέμου στην Ουκρανία, η Ευρώπη έχει λίγο-πολύ απεξαρτηθεί από το φυσικό αέριο της Μόσχας — και κανείς δεν χρειάστηκε να φάει ένα… χάμστερ.

Οι τιμές χονδρικής στην Ευρώπη του φυσικού αερίου έχουν φτάσει στο χαμηλό δύο ετών, ολοκληρώνοντας την περασμένη εβδομάδα στα 24,84 ευρώ ανά μεγαβατώρα, σύμφωνα με την εταιρεία αναλύσεων ICIS.

Αυτό είναι κοντά στον μέσο όρο της δεκαετίας του 2010, των 20,11 ευρώ — και μια σημαντική πτώση σε σύγκριση με τον Απρίλιο του 2022, όταν οι τιμές αναφοράς της τιμής του φυσικού αερίου έφθασαν στο κολοσσιαίο όριο των 200 ευρώ , αφού η Ρωσία μείωσε επ’ αόριστον και στη συνέχεια έκλεισε πολλές από τις συνήθεις ροές φυσικού αερίου της προς την Ευρώπη ως αντίποινα κατά της οικονομικής κυρώσεις.

«Οι αποθήκες μας βρίσκονται σε πολύ υψηλά επίπεδα, η ζήτηση έχει μειωθεί σημαντικά και έχει αναπτυχθεί νέα υποδομή για να υποστηρίξει τις προσπάθειες διαφοροποίησης», δήλωσε στο POLITICO η Επίτροπος Ενέργειας Kadri Simson. «Καταφέραμε να απαλλαγούμε από την εξάρτησή μας από τα ρωσικά ορυκτά καύσιμα κυρίως με τη διαφοροποίηση σε αξιόπιστους εταίρους».

Το 2021, οι προμήθειες από τη Ρωσία αποτελούσαν περίπου το ήμισυ του συνόλου των εισαγωγών φυσικού αερίου της ΕΕ με 150 δισεκατομμύρια κυβικά μέτρα ετησίως. Μέχρι τον Νοέμβριο του 2022, αντιπροσώπευε λίγο λιγότερο από το 13% – και αυτός ο αριθμός συνέχισε να μειώνεται.

Οι πλούσιες σε φυσικό αέριο χώρες όπως η Νορβηγία και το Αζερμπαϊτζάν έχουν αυξήσει τις εξαγωγές και η Επιτροπή έχει υπογράψει μνημόνια κατανόησης με την Αίγυπτο και το Ισραήλ για τη διαφοροποίηση των πηγών ενέργειας. Η ανάπτυξη των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας , η μείωση της ζήτησης και οι αυξημένες εισαγωγές από τις ΗΠΑ έχουν επίσης βοηθήσει.

Τίποτα από αυτά δεν ήταν δεδομένο. Από νωρίς, πολλοί φοβόντουσαν ότι οι διαφωνίες μεταξύ των 27 χωρών του μπλοκ – ορισμένες από τις οποίες επιθυμούσαν να συνεχίσουν να εισάγουν ρωσικό φυσικό αέριο – θα μπορούσαν να εκτροχιάσουν τις προσπάθειες των Βρυξελλών. «Εγώ και οι συνάδελφοί μου, κάναμε εκτεταμένη επικοινωνία με τα κράτη μέλη μας και τους εκπροσώπους των ενδιαφερομένων μερών εξηγώντας τι είχαμε σκοπό να κάνουμε», είπε ο Σίμσον, περιγράφοντας πώς επιτεύχθηκε συναίνεση.

Αυτό ωστόσο ήρθε μετά από ορισμένους περιορσμούς. Παρά την κίνηση του μπλοκ να διαφοροποιήσει τις προμήθειες, τα ενεργειακά του δίκτυα παραμένουν ευάλωτα στους «κραδασμούς» και τις εκτινάξεις τιμών.

Την Τετάρτη, ο κρατικός ενεργειακός γίγαντας της Νορβηγίας Equinor ανακοίνωσε ότι μια διαρροή αερίου σταμάτησε την παραγωγή στη μοναδική μεγάλης κλίμακας εργοστάσιο LNG της Ευρώπης, η οποία παράγει έως και 18,4 εκατομμύρια κυβικά μέτρα υγροποιημένου αερίου κάθε μέρα. Τα συμβόλαια μελλοντικής εκπλήρωσης φυσικού αερίου αυξήθηκαν κατά περίπου 15% στο πίσω μέρος των ειδήσεων προτού η Equinor επιβεβαιώσει ότι είχε σταματήσει τη διαρροή και εργαζόταν για να συνεχίσει την παραγωγή.

«Η αντικατάσταση ενός μεγάλου τμήματος της παροχής ρωσικού αγωγού στην Ευρώπη με θαλάσσιο LNG αγόρασε κάποια άνεση όσον αφορά την ενεργειακή ασφάλεια», δήλωσε ο Tom Haddon, ενεργειακός αναλυτής στην εταιρεία συμβούλων μηχανικών Arcadis. «Αλλά φέρνει σημαντική αστάθεια των τιμών καθώς είναι μια παγκόσμια ανταγωνιστική αγορά ενέργειας».

Παρόλο που η ήπειρος εισέρχεται στον επόμενο χειμώνα χωρίς τεράστιο έλλειμμα και με υγιή αποθέματα, μια παρατεταμένη περίοδος ψύχους – ή ακόμα και μεγάλη ζήτηση για κλιματισμό το καλοκαίρι – θα μπορούσε να δει τις τιμές να αυξάνονται ξανά.

Βαρύ το τίμημα για την Ευρώπη

Το ότι η Ευρώπη επιβίωσε, όμως δεν σημαίνει ότι δεν πλήρωσε ακριβά το τίμημα: Οι διαδοχικές εβδομάδες κατά τις οποίες η Μόσχα ανοιγόκλεινε τη στρόφιγγα του Nord Stream 1, τον Ιούνιο και τον Ιούλιο του 2022, άλλοτε επικαλούμενη εργασίες συντήρησης και άλλοτε την έλλειψη ενός αεριοστρόβιλου της Siemens που είχε σταλεί για συντήρηση στον Καναδά, σε συνδυασμό με το κερδοσκοπικό «πάρτι» στο ολανδικό χρηματιστήριο ενέργειας (TTF), οδήγησαν – όπως προαναφέρθηκε – σε εκτόξευση των τιμών του αερίου, που παρέμειναν σε εξωφρενικά υψηλά επίπεδα για πολλές εβδομάδες.

Η υψηλή τιμή του φυσικού αερίου, λόγω του τρόπου τιμολόγησης του ρεύματος (target model) και της επίμονης άρνησης της Κομισιόν να αποσυνδέσει την τιμή της ενέργειας από αυτή του αερίου, εκτόξευσε συνολικά την τιμή του ηλεκτρισμού. Αυτό ανάγκασε τους καταναλωτές να βάλουν βαθιά το χέρι στην τσέπη, συμπιέζοντας περεταίρω τα εισοδήματα κυρίως των πιο ευάλωτων κοινωνικών στρωμάτων. Οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις αναγκάστηκαν να δαπανήσουν πολλά εκατομμύρια για τη στήριξη νοικοκυριών και επιχειρήσεων, ενώ η βιομηχανική παραγωγή μειώθηκε – με πολλές επιχειρήσεις να «καλοβλέπουν» την μεταφορά της παραγωγής τους στις ΗΠΑ, λόγω και των επιδοτήσεων που προσφέρει η κυβέρνηση Μπάιντεν.

Σύμφωνα με το POLITICO, το ενεργειακό όπλο του Πούτιν χάθηκε οριστικά, με θεαματικό τρόπο, με την ανατίναξη των αγωγών Nord Stream 1 και 2 τον Σεπτέμβριο του 2022. Η απώλεια του βασικού μοχλού άσκησης πίεσης στην Ευρώπη από τη Μόσχα, αποτέλεσε το βασικό επιχείρημα όσων υποστηρίζουν ότι πίσω από το σαμποτάζ (που προκάλεσε και σοβαρή οικολογική καταστροφή) κρύβονται οι ΗΠΑ – κάτι που υποστήριξε και ο Αμερικανός βραβευμένος ερευνητής δημοσιογράφος Σέιμουρ Χερς. Οι ΗΠΑ πάντως απορρίπτουν κατηγορηματικά τις κατηγορίες της Μόσχας.

Οι νέες αγορές του Πούτιν

Η προσδοκία της Μόσχας ότι μια ενεργειακή κρίση στην Ευρώπη θα υπονόμευε την υποστήριξη για την Ουκρανία επίσης δεν υλοποιήθηκε, σύμφωνα με τον Andras Toth-Czifra, συνεργάτη στο Ινστιτούτο Ερευνών Εξωτερικής Πολιτικής.

Παρά τη συμφωνία υψηλού προφίλ για αποστολή περισσότερων προμηθειών στην Κίνα μέσω ενός νέου αγωγού που ονομάζεται Power of Siberia, «είναι πολύ απίθανο η Ρωσία να είναι σε θέση να κατασκευάσει υποδομές σε μερικούς μήνες ή χρόνια που δεν ήταν σε θέση να κατασκευάσει πριν -2022», είπε ο Τoth-Czifra.

Αυτή τη στιγμή, το Κρεμλίνο που πιέζεται να εξαγάγει τις παραγόμενες ποσότητες φυσικού αερίου, καθώς ο αναπροσανατολισμός των εξαγωγών από τη Δύση προς την Ανατολή απαιτεί ένα εύλογο χρονικό διάστημα.

Ο Γιούρι Σαφράνικ, πρώην υπουργός Ενέργειας της Ρωσίας υπό τον Πρόεδρο Μπόρις Γέλτσιν, ο οποίος τώρα υπηρετεί ως πρόεδρος της Ένωσης Παραγωγών Πετρελαίου και Αερίου της χώρας, συμφώνησε ότι «η απώλεια της ευρωπαϊκής αγοράς φυσικού αερίου για τη Ρωσία είναι ένα σοβαρό πρόβλημα».

Ωστόσο, πρόσθεσε ότι η απομάκρυνση της Ευρώπης από τη Ρωσία δεν ήταν ανώδυνη για το μπλοκ: ορισμένες από τις πιο ενεργοβόρες βιομηχανίες του μπλοκ έχουν δει μείωση της παραγωγικότητας ως απάντηση στις ασταθείς τιμές του φυσικού αερίου.

Πράγματι, ενώ η κατανάλωση φυσικού αερίου στην Ευρώπη είναι περίπου 18% χαμηλότερη από ό,τι πριν από τον πόλεμο, υπάρχουν ανησυχίες ότι τουλάχιστον μέρος αυτής οφείλεται στη μειωμένη οικονομική δραστηριότητα.

Η Επίτροπος Ενέργειας Simson επέμεινε ότι δεν υπάρχει μέλλον στο οποίο η Ευρώπη θα αποκαταστήσει τους ενεργειακούς δεσμούς με τη Ρωσία στα προπολεμικά επίπεδα. «Αυτό που είναι ξεκάθαρο είναι ότι δεν θα επιστρέψουμε στο status quo με τη Ρωσία ως τον κύριο προμηθευτή μας φυσικού αερίου», είπε.

«Πρέπει να προστατεύσουμε την ασφάλεια του εφοδιασμού μας».

Καμία δημοσίευση για προβολή