Κώστας Μποτόπουλος

Πού πάει ο κόσμος, η Ευρώπη και η Ελλάδα. Τι θα κρίνει την κυβέρνηση

Κάθε εβδομάδα με τον Κώστα Μποτόπουλο

 

Με τις δεύτερες –αναμενόμενου αποτελέσματος- ελληνικές εκλογές και την απόσυρση ευρωπαϊκών και διεθνών οργάνων για το καλοκαίρι (που επιτέλους ήρθε), κλείνει ένας οικονομικός κύκλος (που κάποια στιγμή έμοιαζε, εν μέσω τόσων νεφών, ατέλειωτος). Πριν σας αποχαιρετίσω, μέχρι το φθινόπωρο, θα επιχειρήσω ένα σύντομο γύρο στα νέα στοιχεία που ήρθαν στην επιφάνεια στον κόσμο, στην Ευρώπη και στη χώρα μας.

Στην παγκόσμια οικονομία, ολοκληρώθηκαν πέντε συνεχή έτη αναταράξεων με δομικά χαρακτηριστικά (disruptions): πανδημία και «κλείσιμο» κοινωνιών και οικονομιών, πόλεμος εντός των ευρωπαϊκών συνόρων και με επιπτώσεις σε όλη την ανθρωπότητα, εγκατάσταση πληθωρισμού πέρα από τα τυπικά όρια, ενεργειακή κρίση και αλλαγές εργαλείων και πηγών, ανάδειξη προβλημάτων εφοδιαστικής αλυσίδας και ανατροπή του τρόπου λειτουργίας της «παγκοσμιοποίησης», γεωπολιτική ανακατανομή με επίκεντρο, αλλά όχι αποκλειστικό στοιχείο, την αναβαθμισμένη αντιπαλότητα ΗΠΑ/ «Δύσης» με Κίνα/ «αναδυόμενες δυνάμεις», όξυνση κλιματικής κρίσης με απτές πλέον απώλειες. Η πενταετία αυτή επικάθησε, μετά από ένα μικρό διάλειμμα, σε μια τουλάχιστον τετραετία (δεκαετία για την Ελλάδα) ακόμα σφοδρότερης από οικονομική άποψη, αλλά λιγότερο διάχυτης ως προς τις συνέπειες της, χρηματοπιστωτικής κρίσης, στα όρια του παγκόσμιου κραχ. Αποτέλεσμα: τα δεδομένα και οι προτεραιότητες έχουν αλλάξει σε βάθος.

Όπως έδειξε και η πρόσφατη Σύνοδος Κορυφής για ένα «Νέο Παγκόσμιο Οικονομικό Σύμφωνο», που διεξήχθη υπό γαλλική/μακρονική, όπως δείχνει και ο μεγαλόστομος τίτλος, επίνευση, έχουμε περάσει –η συνοπτική περιγραφή είναι δική μου- από την διεκδίκηση της διαρκούς ανάπτυξης στον αγώνα για περισσότερη ισότητα. Ισότητα στον πλούτο αλλά και στις ευκαιρίες. Έναντι των φτωχότερων –κρατών και ανθρώπων- αλλά και των δομικά ασθενέστερων –εμπόλεμες περιοχές, τεράστιοι πληθυσμοί, ζώνες μειωμένης δυναμικής. Ισορροπία στην παραγωγή και τη διάθεση αγαθών, στις πλουτοπαραγωγικές πηγές, στα μέτρα σε σχέση με την κλιματική αλλαγή, στη συνεισφορά δημόσιου (που αναβαθμίζεται) και ιδιωτικού (που απομυθοποιείται) τομέα. Επανεξέταση του υλιστικού προτύπου, του εμπορίου ως μέσου επιβολής, των σχέσεων των κρατών με βασικό κριτήριο την οικονομία και υποβαθμισμένο το δημοκρατικό και πολιτιστικό στοιχείο. Ένα, με δυο λόγια, ντε φάκτο «αντι-νεοφιλελεύθερο» παράδειγμα -την ίδια στιγμή που, από μια ειρωνεία της Ιστορίας, θριαμβεύουν όλο και σε περισσότερες μεριές της γης οι συντηρητικές πολιτικές δυνάμεις.

Στην Ευρωπαϊκή Ένωση, μια άλλη πρόσφατη θεσμική προσπάθεια, η δημοσιοποίηση από την Επιτροπή σχεδίου για την «Ευρωπαϊκή Στρατηγική Οικονομικής Ασφάλειας», δείχνει επίσης μετατόπιση οπτικής και προτεραιοτήτων. Την τεχνική γλώσσα και τις γενικευτικές όσο και δυσεφάρμοστες «ενώσεις» σε κάθε πιθανό και απίθανο πεδίο, αντικαθιστά η ενασχόληση με τα ρίσκα και τις προκλήσεις σε μακρο-επίπεδο: «χειραγώγηση ενεργειακών αποθεμάτων και κρίσιμων υποδομών», «ένας πιο αντιφατικός και γεωπολιτικός κόσμος», «σχέση μεταξύ κρατικής επιβολής, διεθνών επενδύσεων και τεχνολογίας». Οι ελέφαντες στο δωμάτιο –που δεν τους αναφέρουμε για να μην τους ξυπνήσουμε και μας ποδοπατήσουν- μπορεί να είναι δυο, ο πληθωρισμός και η Κίνα, όμως η στρατηγική ματιά είναι πιο επεξεργασμένη και ασφαλώς καλοδεχούμενη. Καιρός να φύγει η Ένωση από τα «μικρά βήματα» και τις τομεακές πολιτικές και να αρχίσει να υλοποιεί την οικονομική και γεωπολιτική της απεξάρτηση, μια πιο κοινή (ξεκινώντας από ενίσχυση του προϋπολογισμού), πιο ισότιμη και πιο κοντά στις ανάγκες της εποχής ανάπτυξη, μια πιο ενεργό συμμετοχή στα μέτωπα που θα καθορίσουν το άμεσο μέλλον της ανθρωπότητας: κλιματική αλλαγή, τεχνητή νοημοσύνη, διάσωση της δημοκρατίας.  

Στην Ελλάδα, η αίσθηση σταθερότητας που θα φέρει, σε πρώτο χρόνο, η επανεκλογή της κεντροδεξιάς, και αρκούντως σοβαρής, κυβέρνησης, δεν επιτρέπεται να αποκρύψει τα δομικά προβλήματα, που, πέρα από τα κοινά για όλες τις χώρες του επιπέδου μας –ανισότητες, «πρασίνισμα», σχέση με την κοινωνία- αναδεικνύουν τις –γνωστές και μηδέποτε μεταβαλλόμενες- «ελληνικές ιδιαιτερότητες»: στενή και μονομερής παραγωγική βάση, αναποτελεσματικό και συγχρόνως εξαιρετικά παρεμβατικό κράτος, χαμηλή ανταγωνιστικότητα (άλλες δυο θέσεις χάθηκαν, εν μέσω «οικονομικού θαύματος», φέτος), απώλεια ανθρώπινου δυναμικού στο εξωτερικό, δημογραφική γήρανση και πολιτιστική παρακμή. Με όλα αυτά, που διόλου δεν αγγίχτηκαν στις δύο άγονες προεκλογικές εκστρατείες, έχει χρέος να ασχοληθεί η επόμενη –ισχυρή στα χαρτιά, αλλά σε πίεση από την πρώτη μέρα- κυβέρνηση. Και με βάση αυτά θα κριθεί, και εκείνη και η συλλογική μοίρα μας.

Καλό καλοκαίρι.             

Κώστας Μποτόπουλος   

Καμία δημοσίευση για προβολή